επιτρέπουν κωλοτούμπες από αυτή την κυβέρνηση.
Οι Ελληνικές κυβερνήσεις διέπραξαν ΕΣΧΑΤΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ με βάση το
ΕΥΡΩΠΑΪΚΌ και το ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ενώ τα όργανα της ΕΕ (Εurogroup -
EΚΤ - ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ ΗΓΕΤΩΝ ΕΕ) παρανομούν με την συγκρότηση της ΤΡΟΙΚΑΣ
και την επιβολή των μνημονίων παραβιάζοντας την ιδρυτική συνθήκη της ΕΕ και
την ΧΑΡΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ του ΟΗΕ!
Τα μνημόνια των «ελληνικών κυβερνήσεων» με την Τρόικα, είναι όχι
απλά παράνομα, αλλά επί της ουσίας αυτοδίκαια άκυρα! Αυτό πρέπει να
έχει η κυβέρνηση ως θέση συνεπικουρούμενη από το δικαίωμα αποζημίωσης
για τη βλάβη που μας προκάλεσε η ΕΕ, η Τρόικα και οι υπάλληλοί τους.
Απόφαση ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου:
Το Ευρωκοινοβούλιο τον περασμένο Μάρτιο εξέδωσε ψήφισμα, το οποίο
μάλιστα συνηγορείται από την Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων και
την Επιτροπή Νομισματικών και Οικονομικών Υποθέσεων του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο οποίο αναφέρεται πως ότι εφαρμόστηκε
στην Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία ως μνημονιακή πολιτική τα
τέσσερα τελευταία χρόνια, καθώς και οι σχετικές συμβάσεις που έχουν υπογραφεί
και η δράση της Τρόικας παραβιάζουν το πρωτογενές δίκαιο της
Ευρωπαϊκής Ένωσης (δηλαδή τις συνθήκες ίδρυσής της).
Ακύρωση μνημονιακών συμβάσεων:
Τα άρθρα 48-52 της Σύμβασης της Βιέννης του ΟΗΕ αναφορικά με το Δίκαιο
των Συνθηκών προβλέπουν την ακύρωση μιας συνθήκης εφ’ όσον
χρησιμοποιήθηκε δόλος, υπήρξε σφάλμα, απειλή κατά εκπροσώπου του
κράτους κλπ.
Το άρθρο 41.παρ.3 του Χάρτου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. αναφέρει:
“Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην αποκατάσταση εκ μέρους της Ένωσης,
της ζημίας που του προξένησαν τα θεσμικά όργανα ή οι υπάλληλοι της κατά
την άσκηση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που είναι
κοινές στα δίκαια των Κρατών-Μελών“
Έκθεση του ΟΗΕ για παράβαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων:
Η Έκθεση του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, που
δημοσιεύτηκε στις 07/03/2014 στην ιστοσελίδα του, επικρίνει με τον
πιο περιγραφικό τρόπο την Ελληνική κυβέρνηση για την μεθοδική καταπάτηση
των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των ατομικών, πολιτικών, οικονομικών,
κοινωνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του
δικαιώματος στην ανάπτυξη και την πρόοδο;
Ο διεθνής εμπειρογνώμονας του ΟΗΕ Cephas Lumina εξέφρασε τη λύπη του για
την έλλειψη δέσμευσης από την Ελλάδα στην εντολή του Συμβουλίου
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να αντιμετωπίσει τις προφανείς προκλήσεις
στην προοδευτική υλοποίηση των οικονομικών, κοινωνικών και
πολιτιστικών δικαιωμάτων των Ελλήνων πολιτών;
Ο ΟΗΕ επικρίνει τις ελληνικές κυβερνήσεις για την βάναυση καταπάτηση
των συνταγματικών και διεθνών δεσμεύσεων όσον αφορά στα
ανθρώπινα δικαιώματα;
Δόγμα ΚΑΛΒΟ περί Εθνικής κυριαρχίας:
Έπραξαν εις γνώση τους και Ενάντια στο Διεθνές Δίκαιο με βάση το από το
1962 ενσωματωμένο Δόγμα Κάλβο, που ορίζει το δικαίωμα προστασίας της
Εθνικής Κυριαρχίας και του Εθνικού Συμφέροντος:
"Το κάθε κράτος μπορεί νόμιμα –ως ελεύθερη και χωρίς προϋποθέσεις,
εξωτερικές και εσωτερικές, έκφραση, πραγμάτωση και αυτοπροστασία της
Εθνικής του Κυριαρχίας- να κατάσχει (σε περίπτωση παράνομων πράξεων),
να απαλλοτριώσει, ή να εθνικοποιήσει, ημεδαπές και αλλοδαπές, κρατικές
και ιδιωτικές, ιδιοκτησίες και επενδύσεις στην εδαφική του επικράτεια,
με αναγκαστικά κύριο και πρωταρχικό σκοπό την διασφάλιση και προστασία
της Εθνικής του Κυριαρχίας και γενικότερα του Δημοσίου του
Συμφέροντος (νοουμένου εδώ και με την δευτερεύουσα οικονομική, αλλά κυρίως
με την πρωταρχική έννοια του, ήτοι αυτή της Εθνικής του Κυριαρχίας), με ή
χωρίς αποζημίωση των πρώην ιδιοκτητών (Συντ. 1,17,106)."
Ως «επενδύσεις» εδώ νοούνται αδιακρίτως και ισότιμα, οι βιομηχανικές επενδύσει
ς, οι επενδύσεις εκμετάλλευσης ορυκτού πλούτου (concession agreements), αλλά
και επενδύσεις (δανειακών) κεφαλαίων, ήτοι χρηματικά δάνεια με την
μορφή ομολόγων, εντόκων γραμματίων κλπ. Τα δικαιώματα αυτά προστασίας
της Εθνικής Κυριαρχίας και Εθνικού Συμφέροντος, έχουν ενσωματωθεί στο
διεθνές δίκαιο τυπικά από το 1962 (βλ. βιβλ. Works in the UN Comission
on Permanent Soevereignty over Natural Resources & Resolution 1804 (XVII) by
the UN General Assembly on 14-12-1962) κι αποτελούν μια τροποποίηση
του «δόγματος Calvo» (Calvo`s doctrine), το οποίο εισηγήθηκε ο
Αργεντίνος δικαστής Calvo το 1868 (στον κολοφώνα της
αποικιοκρατικής εκμετάλλευσης του τρίτου κόσμου από της ευρωπαϊκές
κυρίως αποικιοκρατικές χώρες).
Σύμφωνα με το δόγμα αυτό, όταν μια ξένη επένδυση (βιομηχανική ή
δανειακή-κεφαλαιακή με την μορφή δανείων και ομολόγων), διακρατική (με
την μορφή διεθνών συνθηκών), η μεταξύ κράτους και ιδιωτών επενδυτών (με
την μορφή συμβολαίων), δημιουργήσει, στην χώρα λειτουργίας της,
συνθήκες άνισης και αήθους οικονομικής εκμετάλλευσης του ντόπιου
πληθυσμού υπέρ της, ή του κράτους καταγωγής της – οδηγώντας αναγκαστικά
και στην συνακόλουθη απώλεια της Εθνικής Κυριαρχίας της χώρας λειτουργίας
της υπέρ του κράτους καταγωγής της, ή υπέρ της επένδυσης της ίδιας!- τότε
το κράτος λειτουργίας της έχει το νόμιμο δικαίωμα να άρει την ανισότητα αυτή
με οποιοδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης και της εθνικοποιήσεώς
της «επένδυσης» για λόγους «Εθνικού Συμφέροντος» (public utility), με
την καταβολή (nationalization), ή όχι (expropriation) αποζημίωσης στον
ιδιοκτήτη της επένδυσης.
Το «Εθνικό Συμφέρον» εδώ εννοιολογικά ταυτίζεται –σύμφωνα με όσα προείπαμε
– κυρίως με την διασφάλιση, αλλά και την έκφραση της Εθνικής Κυριαρχίας
του κράτους λειτουργίας της «επένδυσης».
Σε κάθε περίπτωση, το καταβλητέο και το ύψος της αποζημίωσης θα κριθεί και
θα καθοριστεί αποκλειστικά από τα δικαστήρια του κράτους λειτουργίας
της «επένδυσης» και με βάση τις οικονομικές συνθήκες και ανάγκες του
ντόπιου πληθυσμού.
Η εφαρμογή (υλοποίηση) του δόγματος Calvo, συνιστά ταυτόχρονα, την
έκφραση (άσκηση) και την αυτοπροστασία της Εθνικής Κυριαρχίας του
κράτους λειτουργίας της επένδυσης.
Μάλιστα-σύμφωνα με το ίδιο αυτό «δόγμα» και όπως είπαμε ήδη- η
δικαστική αρμοδιότητα για τα προκύπτοντα νομικά ζητήματα στην
διαδικασία εθνικοποίησης της «επένδυσης», ανήκουν αποκλειστικά στον
κράτος υποδοχής και λειτουργίας της επένδυσης, το κυρίαρχο νομικό πλαίσιο και
τα δικαστήρια του οποίου θα καθορίσουν, κυρίαρχα, το περιεχόμενο,
την αναγκαιότητα της εθνικοποίησης, την αντικειμενική αλήθεια του κινδύνου
του Εθνικού Συμφέροντος του λαού από την λειτουργία της επένδυσης
στην επικράτειά του και τελικά την νομιμότητα της εθνικοποίησης, καθώς και
την καταβολή ή όχι αποζημίωσης στον πρώην ιδιοκτήτη της.
Η εκδίκαση της υπόθεσης της εθνικοποίησης στο δικαστήρια του
αλλοδαπού κράτους-επενδυτή και σύμφωνα με το δικό του δίκαιο, αποκλείεται.
Το «δόγμα Calvo» έτσι, στερεί τις ξένες (κρατικές και ιδιωτικές) επενδύσεις από
την «διπλωματική ασυλία» και την «νόμιμη» στρατιωτική των προστασία από
το ισχυρότερο κράτος-επενδυτή. Το «δόγμα Calvo» συνιστά συνεπώς μια
μορφή «δικαστικού εθνικισμού».
Με τον τρόπο αυτό, εξασφαλίζεται και διασφαλίζεται διεθνώς, η δίκαιη
κατανομή του πλούτου με όρους αμοιβαίου σεβασμού, ισότητας και
δικαιοσύνης μεταξύ των κρατών και των λαών των και αποκλείεται η συνέχιση
και επαναφορά της δουλείας –με άλλη μορφή- και της εκμετάλλευσης
ανθρώπου από άνθρωπο.
Το «δόγμα» Calvo, ήταν η πρώτη αντίδραση του Δικαίου κατά της άγριας
και απάνθρωπη εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο στις
αποικιοκρατούμενες χώρες από τους ευρωπαίους δυνάστες αποικιοκράτες του
19ου αι.
Έκτοτε το δόγμα αυτό, συμπεριελήφθη σε όλα τα συντάγματα των κρατών της
Ν. Αμερικής και κατέστη μέρος και του Διεθνούς Δικαίου από το 1962 με
τις προαναφερόμενες συνθήκες: Works in the UN Comission on
Permanent Soevereignty over Natural Resources & Resolution 1804 (XVII) by
the UN General Assembly on 14-12-1962.
Οι αρχές του «δόγματος Calvo» ενσωματώθηκαν στο άρθρο 106, σε συνδυασμό με
το άρθρο 28 παρ.1 του Ελληνικού Συντάγματος. Η αναγκαστική ισχύ των
παραπάνω αρχών του «δόγματος Calvo» στα πλαίσια του Διεθνούς και
Εθνικού Δικαίου για την ακύρωση των Διεθνών Συνθηκών και η δέσμευση
των αντισυμβαλλομένων μερών της Δανειακής Σύμβασης της
«ελληνικής κυβέρνησης και της Τρόικας», για τον σεβασμό και την εφαρμογή
των σχετικών δικαστικών αποφάσεων, συνομολογείται στο άρθρο 6 παρ.6α,β,
της Σύμβασης (του κεφ: Αποπληρωμή, Πρόωρη Αποπληρωμή,
Υποχρεωτική Αποπληρωμή και Ακύρωση).
Στο «δόγμα Calvo» και στην συναφή παραπάνω συνθήκη του Διεθνούς
Δικαίου στηρίχθηκαν οι 10άδες των νόμιμων εθνικοποιήσεων κατά
διάφορων, ευρωπαϊκών κυρίως, αποικιοκρατικών εταιρειών και επιχειρήσεων
που λειτουργούσαν σε αποικιοκρατούμενες χώρες του τρίτου κόσμου και οι
οποίες λυμαίνονταν τον ντόπιο πλούτο σε συνθήκες ανθρώπινης δουλείας
και εξευτελισμού του ντόπιου λαού.
Στο νομικό αυτό πλαίσιο στηρίχθηκε επίσης και η άρνηση αποπληρωμής
των εξωτερικών δανείων από την κυβέρνηση του Ι. Μεταξά το 1934, η
οποία δικαιώθηκε με την ιστορική απόφαση του διεθνούς δικαστηρίου
αρ. 78/15-06-1934 καθώς και η άρνηση της Αργεντινής το 2003 της
αποπληρωμής των εξωτερικών της χρεών και η οποία (Αργεντινή)
δικαιώθηκε επίσης με την από 8 Μαΐου 2007 απόφαση του
Γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου για το ίδιο θέμα.
Και τέλος, στο νομικό αυτό καθεστώς στηρίχθηκε και η νομιμότητα
της δημοψηφισματικής απόφασης του Ισλανδικού λαού να αρνηθεί
την αποπληρωμή των εξωτερικών του χρεών το καλοκαίρι του 2009, χωρίς
ουδεμία συνέπεια.
Συμπεράσματα:
Συμπέρασμα πρώτο: Τα παραπάνω, απορρέοντα από το Διεθνές
Δίκαιο, αναφαίρετα και μη-παραιτήσιμα υπέρ του Ελληνικού Λαού, δικαιώματα,
θα μπορούσε να ασκήσει η προδοτική ελληνική κυβέρνηση και δεν το έκανε.
Μπορούσε δηλαδή, νόμιμα να αρνηθεί την αποπληρωμή των εξωτερικών της
χρεών, τόσο των αρχικών της προς τις ιδιωτικές ξένες τράπεζες, όσο και
των μετέπειτα δανειστών της, ήτοι των κρατών μελών της ΕΕ και του ΔΝΤ,
για αντικειμενικούς λόγους έκτακτης εθνικής ανάγκης και προστασίας του
Εθνικού της Συμφέροντος (Συντ.106).
Αντ’ αυτού όμως, η ελληνική κυβέρνηση, δολίως και προδοτικά, όχι μόνο δεν
τον έκανε, αλλά προτίμησε να εξοφλήσει πλήρως τους ξένους τοκογλύφους,
με τίμημα, την διάπραξη μιας ουσιαστικής βιολογικής, οικονομικής και
ηθικής γενοκτονίας των Ελλήνων πολιτών της.
Όχι μόνο έκοψε τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της προς τους Έλληνες
πολίτες (κηρύσσοντας έτσι εσωτερική χρεοκοπία), για τις παρεχόμενες από
τους τελευταίους επιχειρηματικές υπηρεσίες των (δημόσια έργα,
προμηθευτές νοσοκομείων, επιστροφές φόρων κλπ.) προς αυτήν, αλλά και
έκοψε, βαναύσως, απολυταρχικά και αλύπητα, μισθούς και συντάξεις,
σε χαμηλομισθωτούς και χαμηλοσυνταξιούχους, σπρώχνοντας τους τελευταίους
στα όρια της βιολογικής των εξαφάνισης και της ηθικής των απαξίωσης
και εξαθλίωσης, έκλεισε νοσοκομεία και σχολεία και αρνήθηκε να χορηγήσει
δωρεάν τα βιβλία στα σχολεία.
Επέβαλε τέλος, θανατηφόρους-στην κυριολεξία- φόρους, καθώς και
έκτακτα χαράτσια στην ακίνητη περιουσία, τα οποία ενσωματώνονται
στους λογαριασμούς της ΔΕΗ, με ποινή για την μη-πληρωμή των, την διακοπή
του ρεύματος των ελληνικών σπιτιών αδιακρίτως!
Αν δεν είναι αυτή δόλια προαίρεση και διάπραξη Εσχάτης Προδοσίας κατά
του Ελληνικού Λαού από την «ελληνική» Κυβέρνηση και του κοινοβουλίου
που νομοθετεί τα μέτρα αυτά, τότε ποία είναι;
Συμπέρασμα δεύτερο: H από 08-05-2011 Διεθνής Δανειακή Σύμβαση
της «ελληνικής κυβέρνησης» με την Τρόικα, για τον δανεισμό της πρώτης από
την δεύτερη με το ποσό των 120 δις. ευρώ, είναι επί της ουσίας αυτοδίκαια
άκυρη (όχι απλά ακυρώσιμη) διότι:
α) Θυσιάζει το (οικονομικό κατ` αρχήν) Δημόσιο Συμφέρον του Ελληνικού
Λαού, υπέρ των ξένων τοκογλυφικών οικονομικών δολοφόνων (Τρόικα,
ξένες τράπεζες), σε βαθμό συνακόλουθης, έμμεσης μεν, αλλά ουσιαστικής
κατάλυσης της Εθνικής Κυριαρχίας της Ελλάδος (σύμφωνα με όσα
προαναφέραμε)
β) Παραβιάζει άμεσα και κατάφωρα την Εθνική Κυριαρχία της Ελλάδος
με συγκεκριμένους όρους, με τους οποίους η «ελληνική» κυβέρνηση
εκχωρεί παράνομα σε ξένες δυνάμεις και τις τρείς συνιστώσες της Λαϊκής
Κυριαρχίας, ήτοι την Νομοθετική, Εκτελεστική και Δικαστική, καθώς και
-το σπουδαιότερο- την εδαφική της ακεραιότητα σε αυτές, δια του αδιανόητου
όρου της Δανειακής Σύμβασης, με τον οποίο η «ελληνική Κυβέρνησης
παραιτείται από την ασυλία, λόγω Εθνικής Κυριαρχίας, επί της
εδαφικής ακεραιότητας και όλων των περιουσιακών στοιχείων της Ελλάδος!».
γ) Παραβιάζει το άρθρο 28 παρ.3 Συντ. σύμφωνα με το οποίο είναι δυνατή
η εκχώρηση μέρους της εθνικής μας κυριαρχίας μόνο με τον όρο του σεβασμού
του δημοκρατικού πολιτεύματος και των αρχών της ισότητας και αμοιβαιότητας.
Και τούτο διότι η Διεθνής Δανειακή Σύμβαση της Ελλάδος με την Τρόικα
περιέχει τον όρο αρ.7 παρ.1 («Πληρωμές») με τον οποίο, απαγορεύει
τον συμψηφισμό των (ενδεχομένων) οφειλών των μελών-κρατών της ΕΕ (μέρος
της Τρόικας) με το δάνειο της Ελλάδος που συνομολογείται με την Δανειακή
αυτή Σύμβαση.
Τούτο συνεπάγεται την παραβίαση των προαναφερομένων αρχών της ισότητας
και αμοιβαιότητας, συνεπώς και την παράνομη και προδοτική μονομερή
εκχώρησης της εθνικής μας κυριαρχίας σε ξένες δυνάμεις (Τρόικα).
δ) Καταλύει έμμεσα, αλλά ουσιαστικά, την Εθνική μας Κυριαρχία, δια
της κατάλυσης του Εθνικού (οικονομικού) Συμφέροντος της Ελλάδος
(εδώ θεωρουμένου με την οικονομική του σημασία), δια της παρ. α,ii
του υποκεφαλαίου «Υποχρεώσεις» του κεφαλαίου της: «Παροχές, εγγυήσεις
και Υποχρεώσεις», σύμφωνα με το οποίο:
«Ο Δανειολήπτης δεσμεύεται να μην χορηγήσει σε οποιονδήποτε άλλο πιστωτή
ή κάτοχο του δημοσίου χρέους (εσωτερικού ή εξωτερικού), προτεραιότητα σε
σχέση με τους Δανειστές (της Τρόικας)».
Ταυτόχρονα βέβαια, ο όρος αυτός, καθίσταται μπούμερανγκ κατά της
εγκυρότητας της Σύμβασης αυτής, διότι καταλύσει την Εθνικής μας Κυριαρχία.
ε) Η αναφερθείσα τέλος Διεθνή Δανειακή Σύμβαση (Συνθήκη), είναι
και τυπικά άκυρη, διότι δεν έχει επικυρωθεί με κυρωτικό νόμο από την βουλή
με την ελάχιστη πλειοψηφία των 180 βουλευτών, όπως προβλέπεται ρητά στο
άρθρο 28 παρ.2 Συντ.
Το γεγονός όμως της μη-ψήφισης της Σύμβασης αυτής από την Βουλή, δεν
την καθιστά νομικά ανίσχυρη –και συνεπώς δεν απαλλάσσει τα υπογράφοντα
αυτήν μέλη της ελληνικής κυβέρνησης από τις πολιτικές και ποινικές των
ευθύνες- διότι και μόνο η υπογραφή της απ` τα μέλη της «ελληνικής» κυβέρνηση
ς, συνιστά Estoppel κατά το Διεθνές Δίκαιο, δηλαδή συνιστά μια δεσμευτική για
την ελληνική κυβέρνηση υπόσχεση και δέσμευση (ένα ρητό συμβόλαιο) προς
τα αντισυμβαλλόμενα κράτη για την πιστή εφαρμογή της.
Επιπλέον, η έμπρακτη τελικά εφαρμογή της Σύμβασης αυτής, παρά την μη-
ψήφισή της από την Βουλή, συνιστά έναν ακόμα επιπρόσθετο
επιβαρυντικό παράγοντα του εγκλήματος της Εσχάτης Προδοσίας κατά της
Ελλάδος από την «ελληνική» Κυβέρνηση, διότι καταδεικνύει τον δόλο
της τελευταίας στην διάπραξη του εγκλήματος αυτού και αποκαλύπτει
το εγκληματικό της πάθος για την εκτέλεση της, προδοτικής και
ακρωτηριαστικής για την Ελλάδα, Δανειακής αυτής Διεθνούς Σύμβασης.
Η υπογραφή συνεπώς της Συνθήκης αυτής, αλλά και η έμπρακτη εφαρμογή
της, συνιστά τον ορισμό της Εσχάτης Προδοσίας της «ελληνικής» Κυβέρνησης
και της Βουλής -που υπογράφει τους νόμους του Μνημονίου που
ψηφίζονται σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης- κατά της Ελλάδος. Συναφώς
και η άρνηση της Κυβέρνησης να καταγγείλει και κηρύξει μονομερώς,
έστω υστερόχρονα, άκυρη της Συνθήκη αυτή με ειδικό ακυρωτικό
νόμο-δεδομένου ότι όλες οι διεθνείς συνθήκες κυρώνονται στην Βουλή
με κυρωτικούς νόμους (άρθρο 28 παρ.2 Συντ.), ή έστω να ζητήσει την ακυρότητά
της στα ελληνικά δικαστήρια, επικαλούμενη (η ελληνική κυβέρνηση) την, δια
της Συνθήκης αυτής, κατάλυση της Εθνική μας Κυριαρχίας- συνιστά διάπραξη
της Εσχάτης Προδοσίας κατά της Ελλάδος και εκ παραλείψεως, ενώ
ταυτόχρονα καταδεικνύει και τον δόλο της Κυβέρνησης στην διάπραξη αυτού,
του ειδεχθεστέρου όλων, εγκλήματος.
Το ερώτημα που καλείται η δικαιοσύνη, κυρίως όμως η ιστορία, να απαντήσει
τώρα είναι το εξής: Mε ποίο τίμημα άραγε προδόθηκε η χώρα μας;
Τέλος, επειδή δια της προδοτικής αυτής Σύμβασης καταλύεται κατάφωρα η
Εθνική Κυριαρχία της Ελλάδος, ως συνεργοί της «ελληνικής» κυβέρνησης
στην διαπραχθείσα Εσχάτη Προδοσία κατά της Ελλάδος, θεωρούνται και είναι
και τα μέλη της Τρόικας, που είναι αντισυμβαλλόμενα στην Σύμβαση
αυτή, σύμφωνα με το Ελληνικό και Διεθνές Δίκαιο.
Συμπέρασμα τρίτο: Από τα παραπάνω εξηγείται συνεπώς και η επιμονή
των κατακτητών της Τρόικας να ζητήσουν και η «ελληνική» κυβέρνησης να
δεχτεί, να συμπεριληφθούν στην Δανειακή αυτή Σύμβαση οι άκρως προδοτικοί
όροι περί «παραίτησης της Ελλάδος, αμετάκλητα και χωρίς όρους, από το
δικαίωμα ασυλίας της επί όλων των περιουσιακών στοιχείων της» και από
το «δικαίωμά της για την δικαστική της προσφυγή και προστασία στην και από
την Ελληνική Δικαιοσύνη(!), στην διαδικασία εκτέλεσης της Σύμβασης αυτής»,
για την οποία «ισχύει το Αγγλικό Δίκαιο»!
Κι αυτό έγινε διότι, όλοι, οι Τροϊκανοί και η κυβέρνηση, γνωρίζουν ότι η Ελλάδα,
θα μπορούσε να επικαλεσθεί και να ασκήσει το αναφαίρετο και
μη-παραιτήσιμο δικαίωμα της «εθνικής της κυριαρχίας» στην εδαφική
της επικράτεια. και να αρνηθεί την αποπληρωμή όλων των εξωτερικών της
δανείων και χρεών της, για λόγους Εθνικού της Συμφέροντος.
Οι Τροϊκανοί γνώριζαν επίσης ότι, μια (μελλοντική) αληθινά πατριωτική
ελληνική κυβέρνηση, θα μπορούσε να ασκήσει το αναφαίρετο αυτό δικαίωμά
της Εθνικής της Κυριαρχίας και να καταγγείλει και να ακυρώσει μονομερώς,
με ειδικό ακυρωτικό νόμο, την προδοτική αυτή Δανειακή Σύμβαση, για τον λόγο
ότι η τελευταία καταλύει της Εθνική Κυριαρχία της χώρας μας.
Και η μονομερής καταγγελία της Σύμβασης αυτής και για τον παραπάνω λόγο
από την Ελλάδα, θα ήταν μια πράξη με την οποία η τελευταία θα εξέφραζε
και προστάτευε την Εθνική της Κυριαρχία, στην οποία περιλαμβάνονται
και η Νομοθετική και Δικαστική Εξουσία της (legislative and judicial
reserved domain of sovereignty).
Για τον λόγο ακριβώς αυτό, η μονομερής αυτή καταγγελία της Σύμβασης δεν
θα συνιστούσε παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, αλλά αντίθετα πράξη σεβασμού
και πιστής εφαρμογής του! Είναι προφανές ότι οι Τροϊκανοί, ακριβώς για
τους παραπάνω λόγους, ζήτησαν και η «ελληνική» κυβέρνηση δουλικά
και προδοτικά δέχτηκε, να συμπεριληφθούν οι παραπάνω δύο προδοτικοί όροι
στην Δανειακή αυτή Σύμβαση.
Ταυτόχρονα όμως, οι δύο αυτοί προδοτικοί όροι, γύρισαν μπούμερανγκ εναντίον
των κατακτητών και της κυβέρνησης, διότι αυτοί (οι όροι) καθιστούν την
Δανειακή Σύμβαση (Διεθνή Συνθήκη) αυτοδίκαιο άκυρη, διότι παραβιάζουν
την Εθνική Κυριαρχία ενός κράτους μέλους της εννόμου Διεθνούς Κοινότητας
που προστατεύεται από το Διεθνές Δίκαιο.