Στο Μεγάλο μας Τσίρκο,
ο Ιάκωβος Καμπανέλης έβαζε επί σκηνής να ζωντανεύει το άγαλμα του Κολοκοτρώνη
και να απευθύνεται στους σημερινούς Έλληνες μ' ένα λόγο που ακόμη ακούγεται
γνώριμος και εξαιρετικά επίκαιρος:
"Κολοκοτρώνης: Αύριο
ξημερώνει πάλι 25 του Μάρτη…Θα ‘ρθουνε με στεφάνια και τούμπανα…Εγώ θα ‘μαι
εκεί πάνω σαν άγαλμα…Και σαν έρθει η στιγμή να βγει μπροστά ο μαγκούφης που θα
βγάλει το λόγο… «Στάσου»…θα του πω!… «Κάθε χρόνο το λόγο τον εβγάνατε εσείς!…Φέτος
θα τον βγάλουμε εμεί…
Για
ακούτε βρε τωρινοί Έλληνες. Άμα σας φέρνουνε για παράδειγμα εμάς τους
πεθαμένους, μάθετε να ξεχωρίζετε με ποια πονηριά σας το λένε…Κι άμα σας λένε
για την ελευθεριά που πολεμήσαμε, να τη βλέπετε πρώτα αν έχει τέσσερα μάτια.
Δυο μπροστά για να βλέπει τον κατακτητή και δυο πίσω για να βλέπει εκείνον που
θέλει να φύγει ο κατακτητής, για να γίνει αφέντης αυτός. Προσέχετε Έλληνες,
εμείς οι παλιοί όσο ζούσαμε πολλά επικραθήκαμε κι αδικηθήκαμε…Κι αν θέτε στ’
αλήθεια να τιμήσετε εμάς τους παλιούς, μη μας τηράτε πλέον. Κάμετε το δικό σας
δρόμο, πάτε μπροστά και αγωνιστείτε! Εμάς το έργο μας και ο καιρός μας επέρασε
και δε μοιάζει με το δικό σας. Μη σας λένε πως εμείς αγράμματοι, μ’ ένα
ξεροκόμματο και με την πίστη στο Χριστό κάναμε θαύματα ! …Που ‘σαι ορέ Καραϊσκάκη
να τα πεις καλύτερα !… Εμείς επολεμήσαμε για να ‘χετε εσείς τα γράμματα και το
ψωμί που δεν είχαμε και να μη χρειάζεστε θάματα για να ζήσετε μια ζωή
ανθρωπινή… Έι
Παπαφλέσσα, σήκω κι έλα βοήθα. Αφήστε το δικό μας αγώνα και κοιτάτε το δικό
σας. Που είναι η 3 του Σεπτέμβρη; Που είναι το Σύνταγμα σας; Ο Σεπτέμβρης είναι
παιδί του Μάρτη και σεις παιδιά δικά μας! Οι πεθαμένοι με τα πεθαμένα και οι
ζωντανοί με τα ζωντανά! Εμείς τι άλλο να θέμε;..."
Μεγάλες στιγμές της τέχνης, που σήμερα μπορούμε μόνο να
αναπολούμε. Τότε η τέχνη ήταν στρατευμένη, μιλούσε κατευθείαν στην ψυχή του
λαού μας, ήταν η κιβωτός των πιο αγνών αισθημάτων του, της γλώσσας και της
μνήμης του, ήταν η εγερτήρια σάλπιγγα για ένα νέο ξεσηκωμό. Κι αυτό την έκανε
μεγάλη κι αξέχαστη. Χρειάστηκαν πολλά χρόνια αγώνες και θυσίες για να αποκτήσει
ο ελληνικός λαός τη δική του, την κατάδική του τέχνη, που σήμερα μπορεί μόνο να
την αναπολεί.
Σήμερα μετά από 41 χρόνια μια ακόμη επέτειος της 25ης Μάρτη
μας καλεί να αναλογιστούμε. Ποιοί είμαστε εμείς που γιορτάζουμε μια επέτειο που
δεν μας ανήκει; Είμαστε όντως τα παιδιά τους; Ή τίποτε μπάσταρδα της ιστορίας
που τόφερε η κατάρα να μολύνουμε με την παρουσία μας έναν τόπο που δεν μας
ανήκει; Πούναι τα πατρώα μας; Τι κάναμε για τούτον τον τόπο, για τα παιδιά και
τα πιστεύω μας; Πούναι οι δικοί μας αγώνες; Πούναι τα δικά μας Συντάγματα;
Τελικά, ποιοί είναι αποθαμένοι και ποιοί ζωντανοί; Ή μήπως
ανήκουμε απλά στα ζωντανά που δεν έχουν καμμιά άλλη αίσθηση εκτός από το
κτηνώδες ένστικτο της επιβίωσης; Η Πατρίδα αντιπροσωπεύει το ιερό και αδιαφιλονίκητο
δικαίωμα κάθε ανθρώπου. Χωρίς πατρώα, χωρίς παράδοση και ιστορία, χωρίς το
ανήκειν στον τόπο του, αλλά κι ο τόπος να του ανήκει, ο άνθρωπος είναι αδύνατο
να εξανθρωπιστεί. Δεν διαφέρει σε τίποτε από οποιοδήποτε άλλο πράγμα, ζωντανό ή
μη, ικανό μόνο για αγοραπωλησία.
Χωρίς πατρίδα δεν υπάρχει αξιοπρέπεια, εκτός από εκείνη που
νιώθει το δουλικό στην υπηρεσία της μεγαλοσύνης του αφέντη του. Δεν υπάρχει
ελευθερία, εκτός από εκείνη με την οποία σε πουλάνε και σ' αγοράζουν. Δεν
υπάρχει κανένα δικαίωμα, εκτός από εκείνο του δυνάστη, του ισχυρού.
Κι όσο ο δικός μας λογαριασμός με την ιστορία βγαίνει λειψός.
Όσο το ταμείο με τα πατρώα μας είναι μείον. Όσο συμπεριφερόμαστε σαν επισκέπτες
σ' αυτόν τον τόπο. Όσο το νιτερέσο του δυνάστη γίνεται δικό μας καπρίτσιο, τότε
δεν έχουμε κανένα δικαίωμα σε τούτον τον τόπο και στην ιστορία του. Δεν μας
ανήκει ούτε καν το άθλιο σαρκίο που νομίζουμε ότι παίρνει αξία από τη μόδα με
την οποία κρύβουμε τη γύμνια του. Δεν είμαστε άνθρωποι που συγκροτούν ελεύθερα
τη δική τους κοινωνία, αλλά ζαγάρια που θέλουν μαντρί και τσέλιγκα.
Όποιος νιώθει ακόμη ιερή την υποχρέωση στα πατρογονικά του.
Οποιος νιώθει περήφανος για την παράδοση και την ιστορία αυτού του τόπου, του
τόπου του. Όποιος νιώθει υποχρέωση απέναντι στην οικογένεια, τα πιστεύω και την
πατρίδα του, τότε τούτη την επέτειο την γιορτάζει όχι με φανφάρες και
παρελάσεις, αλλά με αγώνα. Και για όποιον ρωτά τι σημαίνει αυτό, τι σημαίνει
αγώνας σήμερα, η απάντηση ήταν και παραμένει μία. Αγώνας μέχρις εσχάτων. Μέχρι
την τελική απελευθέρωση από τους νέους κατακτητές, από τον στρατό των
"απάτριδων τεχνοκρατών" που έχει υποδουλώσει τον τόπο μας.
ξυρίστηκαν οι Έλληνες μεσίτες.
Εφτά ο τόκος πέντε το φτιασίδι,
σαράντα με το λάδι και το ξύδι
κι αυτός που πίστευε και καρτερούσε,
βουβός φαρμακωμένος στέκει και θωρεί
τη λευτεριά που βγαίνει στο σφυρί.
Λαέ μη σφίξεις άλλο το ζωνάρι,
μην έχεις πια την πείνα για καμάρι.
Οι αγώνες πούχεις κάνει δεν φελάνε
το αίμα το χυμένο αν δεν ξοφλάνε.
Λαέ μη σφίξεις άλλο το ζωνάρι,
η πείνα το καμάρι είναι του κιοτή,
του σκλάβου που του μέλλει να θαφτεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου