FOSPHOTOS/Alexandros Katsis
Σε 37 δισ. ευρώ υπολογίζει το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ την απώλεια
που υπέστησαν οι μισθωτοί την τελευταία τριετία από μειώσεις των
αποδοχών τους και από τις φορολογικές επιβαρύνσεις, συμβάλλοντας στη
μείωση της εγχώριας ζήτησης κατά 31,3%. Η αγοραστική δύναμη των αποδοχών
τους την ίδια περίοδο 2010-2013 μειώθηκε κατά 37,2%, επιστρέφοντας στα
επίπεδα του έτους 2000.
Σύμφωνα
με το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, η Ετήσια Έκθεση του οποίου για την Ελληνική Οικονομία
και την Απασχόληση 2013 παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη από τον
επιστημονικό Διευθυντή του Ινστιτούτου της Συνομοσπονδίας καθ. Σάββα
Ρομπόλη, οι ασκούμενες πολιτικές κατά την περίοδο 2010-2013 οδήγησαν την
ελληνική οικονομία και το βιοτικό επίπεδο της πλειοψηφίας των πολιτών
στο μακρινό παρελθόν.
Ειδικότερα, η ανεργία επέστρεψε στα επίπεδα του 1961 ενώ οι εκτιμήσεις
του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ για το τέλος του 2013 και για το 2014 είναι δυσοίωνες.
Συγκεκριμένα εκτιμάται ότι η ανεργία θα αυξηθεί και έως το τέλος του
2013 θα αγγίξει το 29% με 30% ενώ τον επόμενο χρόνο θα φτάσει στο
ποσοστό του 31,5%.
Επιπλέον, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της Έκθεσης οι κοινωνικές δαπάνες (συντάξεις, δαπάνες υγείας και προνοιακές μεταβιβάσεις) μειώθηκαν από 23,9% του ΑΕΠ (55,2 δισ. ευρώ) το 2009 σε 22% του ΑΕΠ (40,3 δισ. ευρώ) το 2013, σημειώνοντας μία μείωση της τάξης του 26,99%, ανάλογη με τη μείωση του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2009-2013. Σύμφωνα με το ΙΝΕ ΓΣΕΕ, «τα μετρήσιμα αυτά αποτελέσματα των ασκούμενων πολιτικών λιτότητας στην Ελλάδα (2010-2013), έχουν διαμορφώσει μία κατάσταση στην ελληνική οικονομία και κοινωνία πλήρους απαξίωσης της εργασίας, επιλεκτικής απαξίωσης των επιχειρήσεων και συρρίκνωσης των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών, μεταμορφώνοντας με ταχείς ρυθμούς το κράτος-πρόνοιας σε κράτος-φιλανθρωπίας».
Τι προτείνει το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ για την έξοδο από την κρίση
Η πρόταση του Ινστιτούτου για την ανάσχεση της ύφεσης και την έξοδο από την κρίση εστιάζεται στην αύξηση του κατώτατου μισθού.
Συγκεκριμένα, όπως επισημαίνει, η αύξηση του κατώτατου μισθού από 586 ευρώ στα 751 ευρώ (κατάργηση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου του Φεβρουαρίου 2012) θα συμβάλλει κατά τον πρώτο χρόνο σε αύξηση της εγχώριας ζήτησης κατά 0,75%, του ΑΕΠ κατά 0,5% και της απασχόλησης κατά 7.000 νέες θέσεις εργασίας.
Η ανάσχεση της ύφεσης τον πρώτο χρόνο διαμέσου της αύξησης του κατώτατου μισθού ενισχυόμενη από την αναδιάρθρωση του χρέους (δραστική γιατί η ήπια αναδιάρθρωση παρατείνει την ύφεση και απομακρύνει τις προοπτικές ανάπτυξης), τη ρευστότητα της οικονομίας, την ουσιαστική και αποτελεσματική καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής και την επενδυτική (δημόσια-ιδιωτική) δραστηριότητα, θα συμβάλλουν επιπρόσθετα σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,7% το χρόνο και σε αύξηση της απασχόλησης κατά 25.000 νέες θέσεις εργασίας. Η πορεία ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας (3%-4% το χρόνο) στον ορίζοντα μίας πενταετίας θα θέσει σε χρήση και το παραγωγικό δυναμικό που σήμερα αργεί και ανέρχεται σε 15% του ΑΕΠ περίπου και θα συμβάλλει στην αύξηση της απασχόλησης κατά 7%-10%, δηλαδή κατά 250.000 άτομα. Το Ινστιτούτο πάντως σημειώνει πως ακόμη και σ΄ αυτήν την περίπτωση απαιτείται μια 20ετία για τη δημιουργία περίπου ενός εκατομμυρίου θέσεων εργασίας.
Εκτιμήσεις ότι η ανεργία θα αγγίξει το 29% με 30% έως το τέλος του 2013, ενώ το 2014 θα φτάσει στο 31,5%
Επιπλέον, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της Έκθεσης οι κοινωνικές δαπάνες (συντάξεις, δαπάνες υγείας και προνοιακές μεταβιβάσεις) μειώθηκαν από 23,9% του ΑΕΠ (55,2 δισ. ευρώ) το 2009 σε 22% του ΑΕΠ (40,3 δισ. ευρώ) το 2013, σημειώνοντας μία μείωση της τάξης του 26,99%, ανάλογη με τη μείωση του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2009-2013. Σύμφωνα με το ΙΝΕ ΓΣΕΕ, «τα μετρήσιμα αυτά αποτελέσματα των ασκούμενων πολιτικών λιτότητας στην Ελλάδα (2010-2013), έχουν διαμορφώσει μία κατάσταση στην ελληνική οικονομία και κοινωνία πλήρους απαξίωσης της εργασίας, επιλεκτικής απαξίωσης των επιχειρήσεων και συρρίκνωσης των δημόσιων και κοινωνικών δαπανών, μεταμορφώνοντας με ταχείς ρυθμούς το κράτος-πρόνοιας σε κράτος-φιλανθρωπίας».
Τι προτείνει το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ για την έξοδο από την κρίση
Η πρόταση του Ινστιτούτου για την ανάσχεση της ύφεσης και την έξοδο από την κρίση εστιάζεται στην αύξηση του κατώτατου μισθού.
Συγκεκριμένα, όπως επισημαίνει, η αύξηση του κατώτατου μισθού από 586 ευρώ στα 751 ευρώ (κατάργηση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου του Φεβρουαρίου 2012) θα συμβάλλει κατά τον πρώτο χρόνο σε αύξηση της εγχώριας ζήτησης κατά 0,75%, του ΑΕΠ κατά 0,5% και της απασχόλησης κατά 7.000 νέες θέσεις εργασίας.
Η ανάσχεση της ύφεσης τον πρώτο χρόνο διαμέσου της αύξησης του κατώτατου μισθού ενισχυόμενη από την αναδιάρθρωση του χρέους (δραστική γιατί η ήπια αναδιάρθρωση παρατείνει την ύφεση και απομακρύνει τις προοπτικές ανάπτυξης), τη ρευστότητα της οικονομίας, την ουσιαστική και αποτελεσματική καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής και την επενδυτική (δημόσια-ιδιωτική) δραστηριότητα, θα συμβάλλουν επιπρόσθετα σε αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,7% το χρόνο και σε αύξηση της απασχόλησης κατά 25.000 νέες θέσεις εργασίας. Η πορεία ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας (3%-4% το χρόνο) στον ορίζοντα μίας πενταετίας θα θέσει σε χρήση και το παραγωγικό δυναμικό που σήμερα αργεί και ανέρχεται σε 15% του ΑΕΠ περίπου και θα συμβάλλει στην αύξηση της απασχόλησης κατά 7%-10%, δηλαδή κατά 250.000 άτομα. Το Ινστιτούτο πάντως σημειώνει πως ακόμη και σ΄ αυτήν την περίπτωση απαιτείται μια 20ετία για τη δημιουργία περίπου ενός εκατομμυρίου θέσεων εργασίας.
Το νούμερο που φοβίζει: Στο 91% η συγκέντρωση των 4 ελληνικών τραπεζών
Στο 91% έφθασε το μερίδιο αγοράς των 4 μεγαλύτερων τραπεζών στην Ελλάδα
όταν στην Ευρώπη η μεγαλύτερη αντίστοιχη συγκέντρωση είναι μόλις στο
60% και είναι στην Πορτογαλία!
Το νούμερο αυτό για τις εγχώριες τράπεζες και τα αντίστοιχα στοιχεία για την Ευρώπη υπάρχουν στην παρουσίαση της Eurobank, που δόθηκε χθες (Τρίτη 3/9/2013) στους επενδυτές με αφορμή την ολοκλήρωση της συναλλαγής εξαγοράς του νέου Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και της Proton Bank (αποτελούν πλέον 100% θυγατρικές της Eurobank). Δείχνει πολύ απλά ποιος θα καρπώνεται τους καρπούς αυτής της συγκέντρωσης ή ακόμα καλύτερα ποιος θα καρπωθεί τα υπερ-κέρδη όταν αναστραφεί η πτωτική πορεία της οικονομίας, ενδεχόμενο που μπορεί να συμβεί το 2014. Επαναλαμβάνουμε ότι πρόκειται για διαμόρφωση ιδανικών συνθηκών εάν γυρίσει η οικονομία.
Τέτοιο νούμερο δεν υπάρχει πουθενά στις ανεπτυγμένες οικονομίες. Ταιριάζει μόνο με καταστάσεις που συναντώνται σε ολοκληρωτικά καθεστώτα.
Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες δεν χρειάζεται να χειραγωγήσουν την αγορά, απλώς να ακολουθούν τις τάσεις της για να κερδίσουν. Για παράδειγμα από την πτώση των επιτοκίων καταθέσεων κατά 1,5% που συμπτωματικώς συμβαίνει σχεδόν ταυτόχρονα σε όλες τις τράπεζες αυτή την περίοδο, προκύπτουν οφέλη € 2,43 δις ετησίως. Αυτά τα 2,43 δις. θα γίνουν κέρδη αν δεν συνεχιστεί η ύφεση και δεν αυξηθούν οι προβλέψεις για επισφάλειες (οι προβλέψεις είναι ποσά δανείων που δεν μπορούν να αποπληρωθούν και αποτελούν έξοδο το οποίο μειώνει τα κέρδη).
Ας δούμε τα στοιχεία που παρουσιάζει η Eurobank για τη συγκέντρωση του κλάδου:
|
Το νούμερο αυτό για τις εγχώριες τράπεζες και τα αντίστοιχα στοιχεία για την Ευρώπη υπάρχουν στην παρουσίαση της Eurobank, που δόθηκε χθες (Τρίτη 3/9/2013) στους επενδυτές με αφορμή την ολοκλήρωση της συναλλαγής εξαγοράς του νέου Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και της Proton Bank (αποτελούν πλέον 100% θυγατρικές της Eurobank). Δείχνει πολύ απλά ποιος θα καρπώνεται τους καρπούς αυτής της συγκέντρωσης ή ακόμα καλύτερα ποιος θα καρπωθεί τα υπερ-κέρδη όταν αναστραφεί η πτωτική πορεία της οικονομίας, ενδεχόμενο που μπορεί να συμβεί το 2014. Επαναλαμβάνουμε ότι πρόκειται για διαμόρφωση ιδανικών συνθηκών εάν γυρίσει η οικονομία.
Τέτοιο νούμερο δεν υπάρχει πουθενά στις ανεπτυγμένες οικονομίες. Ταιριάζει μόνο με καταστάσεις που συναντώνται σε ολοκληρωτικά καθεστώτα.
Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες δεν χρειάζεται να χειραγωγήσουν την αγορά, απλώς να ακολουθούν τις τάσεις της για να κερδίσουν. Για παράδειγμα από την πτώση των επιτοκίων καταθέσεων κατά 1,5% που συμπτωματικώς συμβαίνει σχεδόν ταυτόχρονα σε όλες τις τράπεζες αυτή την περίοδο, προκύπτουν οφέλη € 2,43 δις ετησίως. Αυτά τα 2,43 δις. θα γίνουν κέρδη αν δεν συνεχιστεί η ύφεση και δεν αυξηθούν οι προβλέψεις για επισφάλειες (οι προβλέψεις είναι ποσά δανείων που δεν μπορούν να αποπληρωθούν και αποτελούν έξοδο το οποίο μειώνει τα κέρδη).
Ας δούμε τα στοιχεία που παρουσιάζει η Eurobank για τη συγκέντρωση του κλάδου:
- Η συγκέντρωση στην Ελλάδα των τραπεζών έχει υπολογιστεί σε όρους δανείων* και δείχνει ότι ανέβηκε από το 59% το έτος 2005 σε 91% στο εξάμηνο του 2013.
- Στην Ευρώπη, η συγκέντρωση που παρουσιάζεται υπολογίστηκε σε όρους ενεργητικού*, δηλαδή συνόλου περιουσιακών στοιχείων. Δείχνει ότι οι 4 μεγαλύτερες τράπεζες έχουν μερίδιο αγοράς από 60% στην Πορτογαλία μέχρι 41% στην Πολωνία. Στις μεγαλύτερη χώρα της ευρωζώνης, δηλαδή στη Γερμανία η συγκέντρωση είναι μόλις 42%.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου