Σχόλιο του «ΣΕΙΣΑΧΘΕΙΑ-ΕΠΑΜ» στο τέλος του άρθρου
Το 2002 ένα ξένο νόμισμα, το ευρώ, αντικατέστησε το εθνικό νόμισμα της χώρας μας, τη δραχμή. Αποκαλούμε το ευρώ ξένο νόμισμα γιατί αυτό δεν το εκδίδει η Ελλάδα, όπως γινόταν με τη δραχμή, αλλά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Το ελληνικό κράτος, από το 2002, δεν έχει καμία εξουσία στο νόμισμα που κυκλοφορεί στη χώρα και δεν μπορεί να εκδίδει την ποσότητα του χρήματος που απαιτείται (ρευστότητα) για τη λειτουργία της οικονομίας, ούτε να καθορίζει τα επιτόκια και τη συναλλαγματική ισοτιμία του.
Η νομισματική και συναλλαγματική πολιτική καθορίζεται από την ΕΚΤ, η οποία από τις Συνθήκες Ίδρυσης και Λειτουργίας της ΕΕ απαγορεύεται να δανείζει τα κράτη-μέλη, όπως κάνουν όλες οι κεντρικές τράπεζες των χωρών που διαθέτουν το δικό τους εθνικό νόμισμα (ΗΠΑ, Αγγλία, Ιαπωνία κλπ.).
Χωρίς εθνικό νόμισμα το ελληνικό κράτος για να πληρώνει τους δημοσίους υπαλλήλους, να χρηματοδοτεί τα ελλείμματα των ασφαλιστικών Ταμείων και των νοσοκομείων, να ασκεί κοινωνική πολιτική, να εξασφαλίζει την αμυντική θωράκιση της χώρας, να κάνει δημόσιες επενδύσεις και να πληρώνει τα τοκοχρεολύσια του Δημόσιου Χρέους πρέπει είτε να εισπράττει περισσότερους φόρους είτε να δανείζεται. Γι’ αυτό αυξάνονται συνεχώς οι άμεσοι και έμμεσοι φόροι ενώ παράλληλα μειώνονται οι δαπάνες (μισθοί, συντάξεις κλπ.) προκειμένου να απαιτείται μικρότερος δανεισμός. Όλη η πρόσφατη φοροεπιδρομή του τρίτου Μνημονίου αποσκοπεί στην επίτευξη ενός πρωτογενούς πλεονάσματος (3,5% του ΑΕΠ, το 2018) με το οποίο θα πληρώνονται μόνο οι τόκοι του Δημόσιου Χρέους.
Οκτώ χρόνια μετά την είσοδό της στην Ευρωζώνη, η Ελλάδα ουσιαστικά χρεοκόπησε γιατί δεν μπορούσε να δανείζεται από τις «αγορές» και μπήκε στα Μνημόνια, δηλαδή, στο «αναμορφωτήριο» του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου. Από το 2010 ο δανεισμός, που δεν αποπληρώνει αλλά ανακυκλώνει το χρέος, γίνεται από τους μηχανισμούς της ΕΕ (EFSF - ESM) και το ΔΝΤ.
Ακόμη και σήμερα, που διανύουμε τον έβδομο χρόνο καταστροφής και λεηλασίας της χώρας, πολλοί δεν αντιλαμβάνονται τον καθοριστικό ρόλο της ξένου νομίσματος, του ευρώ, στην αποσάθρωση της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Ο επί 21 χρόνια, μέχρι το 1948, πρωθυπουργός του ΚαναδάMcKenzie King είχε πει: «Άπαξ ένα έθνος εκχωρήσει τον έλεγχο του νομίσματος και της πίστωσης, δεν έχει σημασία ποιος θεσπίζει τους νόμους του κράτους. Η τοκογλυφία (σσ. του χρέους) άπαξ και επικρατήσει θα συντρίψει οποιοδήποτε έθνος. Μέχρι να επανέλθει ο έλεγχος του νομίσματος και της πίστωσης στην κυβέρνηση και αναγνωριστεί ως η πιο περίοπτη και ιερή ευθύνη της, όλες οι συζητήσεις περί εθνικής κυριαρχίας, περί Κοινοβουλίου και περί Δημοκρατίας είναι ανώφελες και μάταιες».
Το Δημόσιο Χρέος από το 2002, που η χώρα μας εισήλθε στο ευρώ, μέχρι το 2016 αυξήθηκε κατά 109% (από 156 σε 324 δις.) ενώ το ΑΕΠ μόνο κατά 34% (από 131 σε 175 δις.). Θυμίζουμε ότι το 2001 το 75% του χρέους ήταν σε δραχμές (εσωτερικό χρέος) και μόνο το 25% σε συνάλλαγμα. Άρα το 75% των τοκοχρεολυσίων πληρωνόντουσαν σε δραχμές. Σε μια νύχτα όλο το χρέος μετατράπηκε σε ευρώ, δηλαδή σε συνάλλαγμα. Το αντίστροφο θα γίνει όταν η χώρα επανέλθει στη δραχμή. Όλο το σημερινό χρέος της σε ευρώ θα μετατραπεί στο νέο εθνικό νόμισμα. Ένα κράτος δε χρεοκοπεί ποτέ όταν χρωστάει (όσα κι αν χρωστάει) στο εθνικό νόμισμά του. Εκδίδει χρήμα και πληρώνει. Ένα κράτος χρεοκοπεί όταν πρέπει να πληρώσει σε άλλο νόμισμα (συνάλλαγμα) που δεν έχει. Αυτή είναι η περίπτωση της Ελλάδας μέσα στο ευρώ, αφού δεν μπορεί να εκδώσει ευρώ.
Η έξοδος από την Ευρωζώνη αποτελεί προϋπόθεση, όχι απλά βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των πολιτών αλλά, επιβίωσης της ελληνικής εθνικής οντότητας. Το εγχείρημα πρέπει να είναι εθνική επιλογή, όχι επιλογή των δανειστών (π.χ. σχέδιο Σόιμπλε), που θα αποφασιστεί από μια ελληνική κυβέρνηση και θα βασίζεται σ’ ένα καλά μελετημένο, σ’ όλες τις λεπτομέρειές του, σχέδιο. Τα βασικά σημεία ενός τέτοιου σχεδίου είναι:
Η ισοτιμία
Εισαγωγή του εθνικού νομίσματος με ισοτιμία ένα προς ένα, δηλαδή, μια Νέα Δραχμή προς ένα ευρώ. Όλα, μισθοί, συντάξεις, εισοδήματα, οι τιμές προϊόντων και υπηρεσιών, τα δάνεια και όλες οι άλλες αξίες θα μετατραπούν, από την πρώτη στιγμή, στο νέο εθνικό νόμισμα μ’ αυτή την ισοτιμία. Αμέσως μετά, με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος που θα έχει αποδεσμευτεί από το Ευρωσύστημα, η ισοτιμία αυτή θα «κλειδώσει». Η Νέα Δραχμή, δηλαδή, δε θα είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμη στα χρηματιστήρια συναλλάγματος και δε θα μπορεί να δεχτεί κερδοσκοπικές - υποτιμητικές επιθέσεις για λόγους οικονομικούς αλλά και πολιτικούς. Με αυτόν τον τρόπο μετάβασης δε θα αυξηθούν οι τιμές των εισαγόμενων αγαθών και υπηρεσιών και έτσι δε θα υπάρξει πληθωρισμός.
Το «κλείδωμα» της ισοτιμίας ενός νομίσματος είναι εθνική επιλογή μιας χώρας και δεν εξαρτάται από ξένα κέντρα όπως κυβερνήσεις, χρηματιστήρια κλπ. Ουσιαστικά το «κλείδωμα» καθορίζει την ισοτιμία που οι εγχώριες τράπεζες θα πωλούν συνάλλαγμα, έναντι δραχμών, στους ενδιαφερόμενους π.χ. εισαγωγικές εταιρείες. Θυμίζουμε ότι για 20 χρόνια, από το 1953 μέχρι το 1973, η Ελλάδα είχε «κλειδώσει» την ισοτιμία της δραχμής με το δολάριο (ένα δολάριο προς 30 δραχμές). Η Ελβετία είχε «κλειδώσει» από το 2011 μέχρι το 2015 την ισοτιμία του φράγκου με το ευρώ. Η Ρωσία και η Αργεντινή είχαν «κλειδώσει» τα νομίσματά τους με το δολάριο. Η Βουλγαρία έχει σήμερα «κλειδωμένη» την ισοτιμία του λέβα με το ευρώ. Η «κλειδωμένη» ισοτιμία, ένα προς ένα, θα παραμείνει καθ’ όλο το μεταβατικό διάστημα σταθεροποίησης του νέου εθνικού νομίσματος και μέχρις ότου αρχίσει η ουσιαστική οικονομική ανάπτυξη της χώρας.
Οι υπάρχουσες καταθέσεις σε ευρώ θα έχουν ρήτρα συναλλάγματος ώστε να μην υπάρχει κανένας φόβος στους πολίτες για τυχόν υποτίμηση της Νέας Δραχμής. Επειδή από την πρώτη στιγμή όλες οι συναλλαγές στο εσωτερικό θα γίνονται στο νέο εθνικό νόμισμα, όταν εκταμιεύονται οι καταθέσεις στην εσωτερική αγορά θα μετατρέπονται σε δραχμές, πάντα με ισοτιμία ένα προς ένα, όταν εκταμιεύονται για εισαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών, για εξωτερικό τουρισμό, για σπουδές στην αλλοδαπή και για λόγους υγείας, σε ευρώ.
Το Ισοζύγιο
Κανένα πρόβλημα δεν πρόκειται να εμφανιστεί στην τροφοδοσία της εγχώριας αγοράς με εισαγόμενα προϊόντα. Το Ισοζύγιο Αγαθών και Υπηρεσιών, λόγω της εσωτερικής υποτίμησης των τελευταίων ετών, έχει ισοσκελιστεί. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα από τις εξαγωγές αγαθών που κάνει, από τον τουρισμό και τη ναυτιλία εισπράττει το απαραίτητο συνάλλαγμα για να πληρώνει όλες τις εισαγωγές που πραγματοποιεί σήμερα. Ούτε ελλείψεις σε προϊόντα θα υπάρξουν, ούτε δελτίο χρειάζεται να επιβληθεί σε καύσιμα, τρόφιμα και φάρμακα, όπως λένε όσοι θέλουν να τρομοκρατήσουν τους Έλληνες για να μην αντιδράσουν στην καταστροφή και τη λαφυραγώγηση της χώρας τους.
Απ’ όλα τα ανωτέρω είναι φανερό ότι οι σημερινές συνθήκες της ελληνικής οικονομίας (εσωτερική υποτίμηση - ισοσκελισμένο Ισοζύγιο) δεν απαιτούν, για τη μετάβαση από το ευρώ στη δραχμή, υποτίμηση του νέου εθνικού νομίσματος. Η υποτίμηση έχει γίνει ήδη, είναι η εσωτερική υποτίμηση των μνημονιακών χρόνων, δεν απαιτείται πρόσθετη νομισματική υποτίμηση. Μια χώρα υποτιμά το νόμισμά της για ένα και μοναδικό λόγο, για να μειώσει ή να εξαλείψει το έλλειμμα στο Ισοζύγιό της. Αυτό έχει γίνει ήδη στη χώρα μας.
Βασικός παράγοντας επιτυχίας του εγχειρήματος επιστροφής στο εθνικό νόμισμα είναι η διατήρηση ισοσκελισμένου του Ισοζυγίου Αγαθών και Υπηρεσιών. Πρέπει από την πρώτη στιγμή να διασφαλιστεί, με κατάλληλες ρυθμίσεις, ότι το συνάλλαγμα από τις εξαγωγές και τον τουρισμό δε θα διαφεύγει σε τράπεζες του εξωτερικού, με υποτιμολογήσεις εξαγωγών και τουριστικών υπηρεσιών και υπερτιμολογήσεις εισαγωγών. Παράλληλα θα πρέπει να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα ώστε το ναυτιλιακό συνάλλαγμα να εξακολουθήσει να εισρέει στη χώρα.
Η παραγωγική ανασυγκρότηση
Με όπλο το εθνικό νόμισμα και τη δυνατότητα αύξησης της κυκλοφορίας του, η κυβέρνηση θα μπορέσει να χρηματοδοτήσει ένα ευρύ πρόγραμμα δημόσιων και ιδιωτικών παραγωγικών επενδύσεων στον αγροτικό τομέα, τη βιοτεχνία και τη βιομηχανία για να αναπτύξει (όχι μεγεθύνει) την ελληνική οικονομία και να βελτιώσει την παραγωγικότητά της. Στην πρώτη φάση η αύξηση της νομισματικής κυκλοφορίας πρέπει να κατευθυνθεί μόνο σε παραγωγικές επενδύσεις και όχι στην αύξηση των εισοδημάτων που θα ανατρέψουν το Ισοζύγιο. Οι επενδύσεις προοδευτικά θα αυξάνουν τον πλούτο της χώρας, θα βελτιώνουν τα εισοδήματα και θα μειώνουν την ανεργία. Η αύξηση των εισοδημάτων πρέπει να έπεται της αύξησης του ΑΕΠ και όχι το αντίθετο.
Η έξοδος από την Ευρωζώνη και η θωράκιση της οικονομίας με τη Νέα Δραχμή είναι το πρώτο αποφασιστικό βήμα ώστε η χώρα να πάψει να εκβιάζεται από τους δανειστές και να πάψει να αποτελεί γερμανική αποικία. Για να αποκατασταθεί η εθνική κυριαρχία και η αξιοπρέπεια των Ελλήνων.
*Ο Νίκος Ιγγλέσης είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλιου «Η Επανάσταση του Grexit - Το Σχέδιο», εκδόσεις Α.Α. Λιβάνη, καθώς και του Δοκιμίου «Το νόμισμα και τα φετίχ του» που έχει αναρτηθεί στο http://greekattack.wordpress.com
Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στο μηνιαίο περιοδικό Point - Zero (τεύχος Ιανουαρίου) που κυκλοφόρησε στις 5-1-2017.
Σχόλιο του «ΣΕΙΣΑΧΘΕΙΑ-ΕΠΑΜ»: Στο πολύ ενδιαφέρον αυτό άρθρο του ο κ. Ν. Ιγγλέσης δημιουργεί -κατά τη γνώμη μας- δύο σημαντικά ερωτηματικά, όσον αφορά στη διαδικασία μετάβασης στο νέο εθνικό νόμισμα.
Το πρώτο έχει να κάνει με την ισοτιμία του νέου νομίσματος 1/1 με το ευρώ και το «κλείδωμα» αυτής της ισοτιμίας.
Πως είμαστε βέβαιοι για την κατάσταση στις διεθνείς χρηματαγορές και τη θέση του ευρώ σε αυτές την περίοδο που η χώρα μας θα αποφασίσει την έξοδό της από την ευρωένωση; Η ευθεία προβολή της σημερινής κατάστασης στις διεθνείς χρηματαγορές και τη θέση του ευρώ σε αυτές εκείνη την περίοδο μόνο σε εικασίες μπορεί να στηριχθεί. Όμως είναι πολύ δύσκολο να προβλέψουμε από τώρα τι θα συμβεί στο ευρώ, όταν η χώρα αποφασίσει να φύγει από την ευρωένωση. Ενδεχομένως τότε το ευρώ να είναι τόσο πολύ αποδυναμωμένο που κάθε σκέψη καθορισμού της ισοτιμίας του νέου νομίσματος με αυτό και μάλιστα «κλειδωμένη» στο 1/1 να αποδειχθεί εντελώς ανεδαφική για την ελληνική οικονομία. Το ίδιο όμως ισχύει και αντίστροφα, μια υπερτίμηση του ευρώ που θα ήταν καταστροφικό να ακολουθήσει το νέο μας εθνικό νόμισμα. Δεν γνωρίζουμε καν τη συνέχιση της ύπαρξής του ευρώ, εάν της δικής μας αποχώρησης έχουν προηγηθεί άλλες, ή ακολουθήσουν και άλλες πχ της Ιταλίας.
Πως είμαστε βέβαιοι για την κατάσταση στις διεθνείς χρηματαγορές και τη θέση του ευρώ σε αυτές την περίοδο που η χώρα μας θα αποφασίσει την έξοδό της από την ευρωένωση; Η ευθεία προβολή της σημερινής κατάστασης στις διεθνείς χρηματαγορές και τη θέση του ευρώ σε αυτές εκείνη την περίοδο μόνο σε εικασίες μπορεί να στηριχθεί. Όμως είναι πολύ δύσκολο να προβλέψουμε από τώρα τι θα συμβεί στο ευρώ, όταν η χώρα αποφασίσει να φύγει από την ευρωένωση. Ενδεχομένως τότε το ευρώ να είναι τόσο πολύ αποδυναμωμένο που κάθε σκέψη καθορισμού της ισοτιμίας του νέου νομίσματος με αυτό και μάλιστα «κλειδωμένη» στο 1/1 να αποδειχθεί εντελώς ανεδαφική για την ελληνική οικονομία. Το ίδιο όμως ισχύει και αντίστροφα, μια υπερτίμηση του ευρώ που θα ήταν καταστροφικό να ακολουθήσει το νέο μας εθνικό νόμισμα. Δεν γνωρίζουμε καν τη συνέχιση της ύπαρξής του ευρώ, εάν της δικής μας αποχώρησης έχουν προηγηθεί άλλες, ή ακολουθήσουν και άλλες πχ της Ιταλίας.
Σε αυτήν την πρώτη μεταβατική περίοδο -αλλά και πάντα- οφείλουμε να έχουμε πλήρη ελευθερία κινήσεων και επιλογών, γι’ αυτό επιζητείται η καθιέρωση εθνικού κρατικού νομίσματος. Στο βαθμό μάλιστα που η ισοτιμία είναι κατά κανόνα δευτερεύον τεχνικό ζήτημα και εργαλείο επίτευξης διαφορετικών στόχων, ανάλογα με τις πολιτικές που επιλέγονται να εφαρμοστούν, εκείνο που αυτή θα έλθει να εξυπηρετήσει πρέπει να είναι ηαγοραστική δύναμη των εισοδημάτων κυρίως της μισθωτής εργασίας και των συντάξεων και ταχείας αναπλήρωσης των υφιστάμενων απωλειών εξ αιτίας της βάρβαρης εσωτερικής υποτίμησης. Ακριβώς στην αγοραστική δύναμη και τη δυνατότητα δημιουργίας ενεργού ζήτησης είναι που θα στηριχτεί η όλη προσπάθεια ανάκαμψης της εθνικής οικονομίας και της επιδιωκόμενης παραγωγικής ανασυγκρότησης. Συνεπώς -κατά τη γνώμη μας- δεν γίνεται η ισοτιμία του νέου εθνικού νομίσματος να ετεροκαθορίζεται από άλλο ξένο νόμισμα και μάλιστα από ένα νόμισμα που την τύχη του -τότε- καθόλου δεν γνωρίζουμε.
Κι εδώ έρχεται το δεύτερο ερωτηματικό, όπου ο κ. Ιγγλέσης θεωρεί ότι η αύξηση των εισοδημάτων πρέπει να έπεται της αύξησης του ΑΕΠ. Ενώ αυτό δεν μπορεί να ισχύει, αφού η αύξηση της ενεργού ζήτησης (που προϋποθέτει εισόδημα) είναι κυριαρχικός παράγοντας στη διαμόρφωση του ΑΕΠ και αναγκαία συνθήκη παραγωγικής ανασύνταξης, ειδικά κάτω από τις ιδιάζουσες συνθήκες που περιήλθαμε με το καθεστώς των μνημονίων. Διότι διαφορετικά παραγνωρίζεται η τεραστίων διαστάσεων φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας τα τελευταία χρόνια και το μεγάλο έλλειμμα στους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών που ήδη προσεγγίζει το 20% μεσοσταθμικά.
Η ελληνική οικονομία μετά από επτά χρόνια συστηματικής υποβάθμισης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών δεν πάσχει απλά από ρευστότητα, αλλά πρώτα και κύρια απόεισόδημα, που θα έλθει να καλύψει το συντομότερο δυνατό αυτό το έλλειμμα των νοικοκυριών. Εισόδημα από καθαρούς μη δανειακούς πόρους -το οποίο μόνο το κράτος μπορεί να παράξει- που θα μπορέσει να μετατραπεί άμεσα σε τζίρο στην αγορά για να αρχίσει αυτή να ανακάμπτει δημιουργώντας ευνοϊκές επενδυτικές συνθήκες και έντονες τάσεις ταχύρρυθμης απορρόφησης της ανεργίας. Φυσικά απαιτούνται ταυτόχρονα ρηξικέλευθα μέτρα προστασίας της εγχώριας παραγωγής. Έτσι ώστε η όποια άμεση και σημαντική αύξηση των εισοδημάτων από τα σημερινά χαμηλά επίπεδα, να μη σημάνει σοβαρή επιβάρυνση του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών, το οποίο αν προσώρας είναι σχεδόν ισοσκελισμένο -λογικά- είναι αναμενόμενο να επιβαρυνθεί στις συνθήκες μετάβασης στο νέο καθεστώς εθνικού νομίσματος, για να ανακάμψει όμως στη συνέχεια.
Με το ευρώ είμαστε υποχρεωμένοι να ακολουθούμε μια «εξωστρεφή» πολιτική, προκειμένου να εξασφαλίζουμε μη δανειακό χρήμα για τις συνολικές μας ανάγκες και την αποπληρωμή των χρεών. Πράγμα που αποδεικνύεται ολοένα και δυσκολότερο έως απολύτως αδύνατο, με τρόπο ώστε ο εξωτερικός δανεισμός συνεχώς να αυξάνει και η φτωχοποίηση επίσης. Αντίθετα, με το εθνικό κρατικό νόμισμα, μια τέτοια πολιτική δεν θα είναι απαραίτητη, αφού οι εισροές του εξωτερικού τομέα της οικονομίας, θα είναι αναγκαίες για να καλύπτουν μόνο μέρος των αναγκαστικά εισαγομένων προϊόντων, καυσίμων πρώτων υλών κτλ. Έτσι, θα μας δοθεί η δυνατότητα να επικεντρωθούμε στην ανάκτηση της εσωτερικής αγοράς και στην ικανοποίηση των αναγκών της από τα εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα, με ταυτόχρονη αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, η οποία είναι και η μόνη που μπορεί να διασφαλίσει μεσομακροπρόθεσμα την οικονομική ανάπτυξη, τη νομισματική σταθερότητα και τελικά την ενίσχυση του εξαγωγικού τομέα.
ΠΗΓΗ: ΣΕΙΣΑΧΘΕΙΑ ΕΠΑΜ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου