Την περασμένη εβδομάδα πραγματοποιήθηκε στο facebook διαδικτυακή συζήτηση σχετικά με την επιστροφή στο Εθνικό Νόμισμα. 5 Οικονομολόγοι κλήθηκαν να απαντήσουν ζωντανά στις ερωτήσεις των μελών του γκρουπ «Η Συμμορία της Δραχμής«. Οι οικονομολόγοι ήταν: Δημήτρης Καζάκης, Παναγιώτης Οικονομόπουλος, Λεωνίδας Βατικιώτης, Βασίλης Σεραφειμάκης, Θεόδωρος Πιτικάρης.
Τα κυριότερα σημεία αυτής της συζήτησης παρατίθενται στη συνέχεια.
Πώς είναι δυνατόν να επιστρέψουμε σε εθνικό νόμισμα, χωρίς να έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα; Πως θα επιβιώσουμε δηλαδή χωρίς καμιά εξωτερική βοήθεια αφού θα ξοδεύουμε περισσότερα από όσα θα παράγουμε;
Παναγιώτης Οικονομόπουλος
Η επιστροφή σε εθνικό νόμισμα επιτρέπει την χρηματοδότηση ενός ελλειμματικού προϋπολογισμού με την δυνατότητα έκδοσης δημόσιου χρήματος, το όποιο βέβαια λογιστικά συμπίπτει με έλλειμμα εξωτερικού εμπορίου και πλεονασματικό ισοζύγιο και μειωμένο επίπεδο αλλά και λόγο ιδιωτικού χρέους προς ΑΕΠ του εσωτερικού ιδιωτικού τομέα.
Η εξωτερική βοήθεια (ΕΣΠΑ, κλπ) η/και ο δανεισμός σε ξένο νόμισμα έχει σχέση με τις ανάγκες χρηματοδότησης εισαγωγών που είναι απαραίτητες για την παραγωγική διαδικασία. Με την ανάλογη εξαγωγική προσπάθεια, με την εμπορική ανταλλαγή προϊόντων αλλά και την υποβοηθητική για την εξωτερική ανταγωνιστικότητα υποτίμηση του εθνικού νομίσματος αυτές οι ανάγκες μπορούν να καλυφθούν όπως και στο παρελθόν!
Η έκδοση νομίσματος χρηματοδοτεί τις δημόσιες δαπάνες αλλά και με την κάλυψη των πιστώσεων από τις τράπεζες χρηματοδοτεί τις ιδιωτικές δαπάνες, όπου αν είναι ελαστική η εσωτερική παραγωγή αυξάνει την απασχόληση, την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών και τα κέρδη των επιχειρήσεων που καταλήγουν μελλοντικά σε πρόσθετες επενδύσεις παραγωγικού δυναμικού. Αν δεν είναι ελαστική η παραγωγική ικανότητα τότε αυξάνει ο πληθωρισμός και υποτιμάται περαιτέρω το εθνικό νόμισμα όπου μαζί με τα πληθωριστικά κέρδη του εμπορίου δύνανται να βοηθήσουν μέσω επενδύσεων σε αύξηση της ελαστικότητας της παραγωγής και μελλοντική μείωση της πίεσης στον πληθωρισμό και στην ισοτιμία του εθνικού νομίσματος. Οι σχέσεις είναι δυναμικές και όχι στατικές!
Βασίλης Σεραφειμάκης
Μία οικονομία που έχει νομισματική ανεξαρτησία (έχει δηλ. μονοπωλιακό προνόμιο έκδοσης του εθνικού της νομίσματος) και δημοσιονομική ανεξαρτησία (δεν δεσμεύεται δηλ. από ανοησίες τύπου Μάαστριχτ, «μέχρι 3% του ΑΕΠ ετήσια ελλείμματα, μέχρι 60% του ΑΕΠ συνολικό χρέος») ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΠΛΕΟΝΑΣΜΑΤΑ!
Η χώρα αυτή, που έτσι ελπίζομε να είναι η αυριανή Ελλάδα, δανείζεται στο νόμισμά της – κι όταν την πιέζουν οι υποψήφιοι δανειστές της ή οι προστάτιδες αυτών δυνάμεις να δανειστεί σε ξένο νόμισμα (κατά προτίμηση, το δικό τους) ή ακόμα και με ρήτρα Χρυσού, ΤΟΥΣ ΣΤΕΛΝΕΙ ΣΤΟ ΔΙΑΟΛΟ! Αυτό κάνουν όλες οι σοβαρές δυτικές καπιταλιστικές χώρες, και υποτίθεται ότι αυτό επιδιώκομε και εμείς να είμαστε: μία σοβαρή χώρα με καθεστώς ελεύθερης οικονομίας.
Με πιο απλά λόγια: δεν χρειάζεται να είμαστε ούτε βλάκες ούτε ραγιάδες.
(Από εκεί δανείζομαι και τα περισσότερα για το εν συνεχεία κείμενο. )
Περί «ΠΡΩΤΟΓΕΝΩΝ ΠΛΕΟΝΑΣΜΑΤΩΝ» κτλ, τώρα.
Οι χρηματικές ροές σε μία ανοικτή εθνική οικονομία κινούνται βάσει κανόνων της εθνικής λογιστικής, κανόνων που δεν επιδέχονται αμφισβήτησης. Όταν κατανοήσομε τους κανόνες αυτούς, αντιλαμβανόμαστε ότι το δημοσιονομικό αποτέλεσμα (δηλ. πλεονάσματα ή ελλείμματα) είναι κατά κύριο λόγο συνέπεια των πράξεων του ιδιωτικού τομέα, ιδιαίτερα όταν η οικονομία δεν λειτουργεί σε Πλήρη Απασχόληση. Με άλλα λόγια το αποτέλεσμα του δημόσιου προϋπολογισμού δεν είναι στη διακριτική ευχέρεια του Δημοσίου!
Αυτό αποτελεί έκπληξη πρώτου μεγέθους για όσους δεν γνωρίζουν τα βασικά.
Υ Φ Ε Σ Η: ΜΕΙΩΝΟΜΕ ΤΙΣ ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ ΑΛΛΑ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΣΤΟΝ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΌ ΑΥΞΑΝΕΙ! ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ;;
Η αύξηση του ελλείμματος είναι αυτόματη μέσω των λεγόμενων «αυτόματων σταθεροποιητών» («automatic stabilizers»):
Η Ύφεση μειώνει τα φορολογικά έσοδα του κράτους (τούς έμμεσους φόρους που είναι συνάρτηση της Κατανάλωσης, τούς Φόρους Εισοδήματος, κτλ) ενώ αυξάνει τα έξοδα του κράτους (την χρηματοδότηση επιδομάτων ανεργίας, των κοινωνικών επιδομάτων, την χρηματοδότηση ασφαλιστικών ταμείων τα οποία λόγω μείωσης μισθών και απασχόλησης έχουν μειωμένα έσοδα ενώ οι συντάξεις παραμένουν συνήθως σταθερές, κτλ).
Τα παραπάνω ΔΕΝ περιγράφουν ένα στατικό σύστημα αλλά μία δυναμική οικονομία και ισορροπία.
Κάθε ύψος δημοσίου ελλείμματος θα οδηγήσει την εξίσωση σε ισορροπία αλλά το αποτέλεσμα στην πραγματική οικονομία μπορεί να είναι ύφεση (αν το έλλειμμα είναι μικρότερο από το επιθυμητό από τον ιδιωτικό τομέα), ανάπτυξη (αν αυξάνεται η ζήτηση και η παραγωγή της οικονομίας μέχρι το δυνητικό προϊόν της) ή πληθωρισμός (αν η ζήτηση στην οικονομία ή σε συγκεκριμένους κλάδους αυξηθεί πάνω από το δυνητικό προϊόν που η οικονομία μπορεί να παράξει).
Αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι η συνηθισμένη κατάσταση είναι το δημόσιο να παρουσιάζει έλλειμμα.
Διαφορετικά θα πρέπει είτε (α) να υπάρχει πλεόνασμα με τον έξω κόσμο, είτε (β) ο ιδιωτικός τομέας να αυξάνει συνεχώς το δανεισμό του, κάτι δύσκολα διατηρήσιμο (αλλά και επικίνδυνο για δημιουργία πιστωτικής φούσκας).
Αν ο δημόσιος τομέας προσπαθήσει να ‘πάει κόντρα’ στις επιδιώξεις του ιδιωτικού τομέα, το αποτέλεσμα θα είναι αναπόφευκτα οικονομική ύφεση. Δεν είναι τυχαίο ότι, ιστορικά, ΚΑΘΕ περίοδος συνεχών δημοσιονομικών πλεονασμάτων ακολουθήθηκε από Ύφεση. Αλλά και δια της απλής λογικής, δεν καταλαβαίνομε ότι το Δημόσιο πρέπει να προσφέρει στην οικονομία (μέσω των δημοσίων δαπανών) περισσότερα από όσα ζητάει (μέσω της φορολογίας);
Άρα, η αναζήτηση «πρωτογενών πλεονασμάτων» είναι μία αναζήτηση άνευ ουσίας, και μάλιστα επικίνδυνη. Θα μπορούσε να την χαρακτηρίσει κάποιος, αν έχει κέφια, και ως αντι-καπιταλιστική.
Θυμίζω προς όλους ότι εάν αύριο το πρωί ερχόταν κάποιος και ξεχρέωνε εντελώς την Ελλάδα από το δημόσιο χρέος της στο σύνολο του, το κράτος θα έπρεπε, προκειμένου να ξαναβάλομε μπροστά την οικονομία μας, να προχωρήσει σε βαθύτατα ελλειμματικές δημόσιες δαπάνες (μείωση φορολογίας, αύξηση μισθών και συντάξεων, επιστροφές φόρου, κτλ). Δεν υπάρχει κανένας απολύτως άλλος τρόπος! Αλλά επειδή αυτό απαγορεύεται από την Συνθήκη τού Μάαστριχτ, για να ξαναβάλεις μπρός την οικονομία σου πρέπει να έχεις δικό σου νόμισμα και δημοσιονομική ανεξαρτησία: Αντίο Ευρώ, αντίο Μάαστριχτ!.
Λεωνίδας Βατικιώτης
Κατ’ αρχάς για την σημερινή ελλειμματική κατάσταση, τόσο στο εμπορικό ισοζύγιο όσο και στα δημόσια οικονομικά, έχει συμβάλει σημαντικά η απώλεια της νομισματικής ανεξαρτησίας. Η ένταξη δηλαδή και η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ την τελευταία δεκαετία όξυνε τις αντιφάσεις του οικονομικού σχηματισμού που ανέκαθεν εκφράζονταν μέσα από χαμηλή διεθνή ανταγωνιστικότητα και ανεπαρκή φορολογικά έσοδα. Αντί λοιπόν να σκεφτόμαστε ότι τα ελλείμματα αποτελούν τροχοπέδη για τη διεκδίκηση νομισματικής ανεξαρτησίας είναι προτιμότερο να ξεκινούμε από την παραδοχή ότι η υιοθέτηση εθνικού νομίσματος αποτελεί έναν αναγκαίο όρο (και προφανώς μη ικανό, όπως δείχνει η οικονομική μας ιστορία μέχρι το 2000) για την αντιμετώπιση των ελλειμμάτων.
Αντίθετα με σήμερα, η έκδοση νέου χρήματος – χωρίς τους ασφυκτικούς περιορισμούς της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – θα επιτρέψει την χορήγηση αυξήσεων στους εργαζόμενους, την πραγματοποίηση μαζικών διορισμών μέσα από διαφανείς και αξιοκρατικές διαδικασίες στις χειμαζόμενες κοινωνικές υπηρεσίες (πρόνοια, παιδεία, υγεία, κοινωνική ασφάλεια, πολιτισμό, περιβάλλον) με στόχο να μπει ένα τέρμα στην ανθρωπιστική κρίση και την κοινωνική γενοκτονία που συντελείται μπροστά στα μάτια μας. Η έκδοση νέου χρήματος σε συνδυασμό με την διαμόρφωση μιας πολιτικής επιτοκίων και συναλλαγματικής ισοτιμίας στη βάση δικών μας ιεραρχήσεων (κι όχι των προτεραιοτήτων της Γερμανίας, όπως συμβαίνει σήμερα) θα επιτρέψει επίσης την άσκηση βιομηχανικής πολιτικής. Θα δώσει δηλαδή τη δυνατότητα στο κράτος να ασκήσει μια επιλεκτική πολιτική ενισχύσεων σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας, όπου θα αποφασιστεί ότι διαθέτουμε συγκριτικό πλεονέκτημα ή εκεί υφίστανται λόγοι να πραγματοποιηθούν επενδύσεις με απώτερο στόχο να μειωθεί η ανεργία, να εξασφαλιστεί διατροφική επάρκεια, κ.ά.
Η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα επίσης δεν εννοείται παρά στο πλαίσιο μιας σειράς επιπλέον ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων όπως για παράδειγμα η φορολογική μεταρρύθμιση. Ακρογωνιαίοι λίθοι της θα είναι η αύξηση της φορολογίας των πλουσίων (με συντελεστές στο εισόδημα ακόμη και 70% όπως υπάρχουν σε πολλές χώρες της βόρειας Ευρώπης) και των Ανωνύμων Εταιρειών (με 45%) από την μια κι από την άλλη η σημαντική μείωση των έμμεσων φόρων και κάθε άμεσης φορολογίας που επιβαρύνει εργαζόμενους, συνταξιούχους, ανέργους, μεσαία στρώματα και νεολαία. Η αύξηση της φορολογίας των πλουσίων και των ΑΕ από τα σημερινά απαράδεκτα χαμηλά επίπεδα θα επιτρέψει την αύξηση των δημοσίων εσόδων και την δημιουργία πλεονασμάτων στα δημόσια έσοδα.
Σε κάθε περίπτωση η έξοδος από το ευρώ δεν θα σημάνει τον διεθνή απομονωτισμό της Ελλάδας. Τότε θα υπάρχει κάθε δυνατότητα για την σύναψη επωφελών διμερών οικονομικών σχέσεων με όλες τις χώρες της περιοχής: Από τις χώρες της Νότιας Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής μέχρι της Ανατολικής Ευρώπης. Σε αυτό το πλαίσιο θα μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά με μακροπρόθεσμες συμφωνίες κι οι ανάγκες που έχει η Ελλάδα, όπως για παράδειγμα σε υγρά καύσιμα. Το σημαντικότερο ωστόσο, μιλώντας για καύσιμα, είναι να ανατραπεί η ακολουθούμενη πολιτική λιτότητας που έχει μετατρέψει το πετρέλαιο θέρμανσης σε αγαθό πολυτελείας σήμερα ακόμη και στα σπίτια των μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων. Με άλλα λόγια η σημαντικότερη αιτία των ελλείψεων βρίσκεται στην υπό εξέλιξη φτωχοποίηση του ελληνικού λαού! Αυτή η πολιτική δεν ξεπερνιέται εντός του ευρώ κι εντός της ΕΕ, έχοντας δηλαδή την υποχρέωση να ακολουθούμε τα δρακόντεια μέτρα λιτότητας και περικοπής δαπανών που επιβάλουν το Δημοσιονομική Σύμφωνο, το Σύμφωνο για το Ευρώ κι άλλες κοινωνικά ολέθριες αποφάσεις της ΕΕ.
Η έξοδος από τους περιορισμούς του ευρώ θα επιτρέψει τέλος, την ασφαλή και συμφέρουσα για την ελληνική κοινωνία χρηματοδότηση των χρηματοδοτικών ανοιγμάτων του κρατικού προϋπολογισμού, μέσα για παράδειγμα από τον εσωτερικό δανεισμό. Δυνατότητα, που χρησιμοποιούταν κατά κόρον μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90, αλλά τερματίστηκε στη συνέχεια προς όφελος των Ελλήνων τραπεζιτών και των διεθνών μεσιτών χρήματος που θησαυρίζουν από τέτοιου είδους διαμεσολαβήσεις.
Εν κατακλείδι, η έξοδος από το ευρώ με όρους κυρίαρχου κράτους και κάτω από λαϊκούς αγώνες κι όχι κατ’ απαίτηση των πιστωτών μας ή του Τέταρτου Ράιχ, δημιουργεί μια σειρά από αδιανόητες υπό τις παρούσες συνθήκες και ελπιδοφόρες δυνατότητες για την βελτίωση του βιοτικού επιπέδου.
Δημήτρης Καζάκης
Καταρχάς πρέπει να διευκρινίσουμε ότι το εθνικό νόμισμα δεν έχει άμεση σχέση με το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού. Ούτε το πρωτογενές πλεόνασμα αποτελεί πρώτης προτεραιότητας επιδίωξη της δημοσιονομικής πολιτικής. Ιδίως σε συνθήκες τέτοιας κλιμακούμενης κρίσης και ύφεσης. Πρώτιστος στόχος θα πρέπει να είναι η αναχαίτιση της ύφεσης μέσα από την δημιουργία πραγματικών θέσεων εργασίας, που αντιστοιχούν σε πραγματική αύξηση των λαϊκών εισοδημάτων και πραγματική άνοδο της παραγωγής.
Για τον λόγο αυτό οφείλουμε να διατηρήσουμε ένα ελεγχόμενο πρωτογενές έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού τουλάχιστον για τα πρώτα 2-3 χρόνια με σκοπό να πολλαπλασιαστεί το ύψος του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων. Χωρίς να διπλασιαστεί ή και τριπλασιαστεί από την πρώτη στιγμή το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων δεν θα μπορέσει να υπάρξει παραγωγική ώθηση στην οικονομία. Αυτό θα δημιουργήσει πρωτογενές έλλειμμα παρά το γεγονός ότι θα φροντίσουμε από την πρώτη στιγμή να εξορθολογιστούν οι δαπάνες του κράτους, κυρίως οι μεταβιβαστικές πληρωμές και οι εξωτερικές δαπάνες, όπου γίνονται κυρίως οι μεγάλες βουτηχτικές. Επιπλέον θα αλλάξει ο φορέας και ο προσανατολισμός των δημοσίων επενδύσεων. Δεν θα πρόκειται για επιδότηση μεγαλοεργολάβων, ούτε θα εξαρτώνται από ευρωπαϊκά κονδύλια και κοινοτικές επιλογές. Θα πρόκειται για επενδύσεις με σχέδιο σε υποδομές κυρίως στην παραγωγή με φορέα το ίδιο το δημόσιο.
Κύριε Λεωνίδα Βατικιώτη αν τα σπάσεις ταυτόχρονα με την ΕΕ (27χώρες της Ευρώπης που βρίσκονται στη «γειτονιά» σου) και το ΔΝΤ (μέλη του οποίου είναι και η Κίνα Ρωσία ΗΠΑ Βραζιλία κτλ), πού θα πουλάς τα προϊόντα σου όταν με τη δραχμή έρθει η ανάπτυξη;
Λεωνίδας Βατικιώτης
Τα προϊόντα μας θα τα πουλάμε σε αυτές ακριβώς τις χώρες. Δεν πρόκειται να μας επιβάλουν εμπάργκο μετά την έξοδο. Χώρια που το πιθανότερο είναι πως αργά ή γρήγορα θα ακολουθήσουν κι άλλες χώρες από την περιφέρεια της ευρωζώνης την έξοδο, αν γίνει η αρχή.
Ειδικότερα χώρες όπως η Ρωσία, μετά χαράς θα προχωρούσαν σε συμφωνίες στρατηγικής συνεργασίας με την Ελλάδα, σε κάθε επίπεδο.
Τα λεφτά για να γίνουν οι δημόσιες επενδύσεις, που σαφώς είναι απαραίτητες, πού θα βρεθούν; Εφόσον το χρέος θα διαγραφεί εννοείται ότι καμιά χώρα της ΕΕ δεν θα μας δανείσει, καμία χώρα του ΔΝΤ (άρα και ΗΠΑ-Ρωσία-Κίνα -Βραζιλία κτλ), αλλά ούτε και οι λεγόμενες αγορές δεν θα μας δανείσουν.
Δημήτρης Καζάκης
Πώς θα χρηματοδοτηθεί κάτι τέτοιο; Μόνο με εθνικό κρατικό νόμισμα, ώστε να μην υπάρξει συσσώρευση χρέους. Με το ευρώ δεν υπάρχει κανένας άλλος τρόπος εκτός από δανεισμό, υπό τις προϋποθέσεις που σου θέτει το ευρωσύστημα. Για να χρηματοδοτηθεί ένα τέτοιο πρωτογενές έλλειμμα χρειάζεται ανεπτυγμένη εσωτερική τραπεζική αγορά. Για να μην πέσουμε όμως στον φαύλο κύκλο υπερχρέωσης θα πρέπει να συντρέχουν τρεις συνθήκες: (α) Το τραπεζικό σύστημα να βρίσκεται υπό δημόσιο έλεγχο με την Τράπεζα της Ελλάδος και τις μεγάλες τράπεζες εθνικοποιημένες. (β) Η κίνηση κεφαλαίου υπό καθεστώς αυστηρού ελέγχου εισροών-εκροών. (γ) Υψηλή ροπή προς αποταμίευση των λαϊκών στρωμάτων. Για να υπάρξει αυτή η υψηλή ροπή προς αποταμίευση θα πρέπει το λαϊκό εισόδημα να πάρει ταχύτατα την ανιούσα από την πρώτη κιόλας ημέρα. Με τον τρόπο αυτό θα υπάρχει μια ανεπτυγμένη τραπεζική ρευστότητα υπό δημόσιο έλεγχο που θα μπορεί να αξιοποιείται και από το κράτος για να χρηματοδοτήσει το πρωτογενές έλλειμμά του απευθυνόμενος στην εγχώρια αποταμιευτική αγορά. Όλα αυτά για να γίνουν απαιτούν εθνικό κρατικό νόμισμα. Οι δημόσιες επενδύσεις και η ανόρθωση της εσωτερικής αγοράς στην βάση της αγοραστικής δύναμης των λαϊκών στρωμάτων θα φέρει γρήγορα την ισορροπία στην οικονομία. Μαζί της θα φέρει και τα πρωτογενή πλεονάσματα στον κρατικό προϋπολογισμό που δεν θα έχουν προκύψει από το φορολογικό ξεζούμισμα του πληθυσμού, ούτε από την δημοσιονομική ασφυξία της κοινωνίας, όπως την επιδιώκουν σήμερα. Θα προκύψει φυσιολογικά από τα αυξημένα έσοδα της οικονομίας απ’ όπου θα προκύπτει ένα όλο και μεγαλύτερο μερίδιο του κρατικού προϋπολογισμού με βάση τις κοινωνικές ανάγκες που πρέπει να καλύψει και τα δημόσια αγαθά που οφείλει να εγγυάται στον λαό.
Βασίλης Σεραφειμάκης
Δημήτρης Καζάκης, γράψατε : «Η ανόρθωση της εσωτερικής αγοράς… θα φέρει και τα πρωτογενή πλεονάσματα στον κρατικό προϋπολογισμό που δεν θα έχουν προκύψει από το φορολογικό ξεζούμισμα του πληθυσμού, ούτε από την δημοσιονομική ασφυξία της κοινωνίας, όπως την επιδιώκουν σήμερα. «
Ξαναλέω ότι, με ισορροπημένο το εξωτ. ισοζύγιο, κρατικό πλεόνασμα σημαίνει ιδιωτικό έλλειμμα! Εάν δεν έχομε θετικό λογ/σμό τρεχουσών συναλλαγών, δηλαδή, γενικά μιλώντας, περισσότερες εξαγωγές από εισαγωγές, όσο και να ανορθωθεί και να αναπτυχθεί η εσωτερική αγορά, δεν θα πρέπει να επιδιώκομε δημόσια πλεονάσματα: Η αυριανή Ελλάς με το δικό της νόμισμα θα δανείζεται πλέον μόνο στο νόμισμα αυτό – και η Τράπεζα της Ελλάδος θα είναι σε θέση να αγοράσει όποιο ομόλογο εκδώσει το Υπουργείο Οικονομικών. Εννοείται ότι η κεντρική τράπεζα, όπως έχετε επισημάνει και εσείς (και άλλοι) πρέπει να είναι υπό τον έλεγχο της εκάστοτε κυβέρνησης.
Είπες Δημήτρη ότι για τα πρώτα 2-3 χρόνια τουλάχιστον θα πρέπει να διατηρήσουμε, ένα ελεγχόμενο πρωτογενές έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού. Αυτό θα μας δημιουργήσει κάποιο πρόβλημα στην οικονομία (δεδομένου ότι δεν θα δανειζόμαστε από πουθενά για να το καλύψουμε); Κι αν ναι πιο θα είναι αυτό το πρόβλημα και πως θα το αντιμετωπίσουμε;
Δημήτρης Καζάκης
Κανένα πρόβλημα. Όσο αυτό το πρωτογενές έλλειμμα τροφοδοτεί τις επενδύσεις στις υποδομές και στην παραγωγή παράγοντας θέσεις εργασίας, εισόδημα για τις λαϊκές τάξεις και προστιθέμενη αξία πρωτίστως στους τομείς της παραγωγής, τότε όχι μόνο δεν αποτελεί πρόβλημα, αλλά καίριο συντελεστή ανόδου. Ήδη το κράτος δανείζεται από την εσωτερική τραπεζική αγορά με έντοκα γραμμάτια επειδή οι διεθνείς αγορές το έχουν αποκλείσει. Τα ποσά που δανείζεται είναι πάνω από 20 δις ευρώ τον χρόνο, ενώ το 2013 προβλέπεται να δανειστεί με έντοκα πάνω από 40 δις ευρώ. Μόνο που αυτά πηγαίνουν στην μαύρη τρύπα του χρέους και έτσι ο δανεισμός αυτός είναι παρασιτικός και συμβάλει στην ύφεση. Το κλειδί σε κατάσταση όπου το κράτος ελέγχεται από τον λαό είναι ο εσωτερικός δανεισμός του να πυροδοτεί ανάπτυξη και εισοδήματα με ρυθμούς σημαντικά μεγαλύτερους από τα επιτόκια που θα πληρώνει για τα δικά του γραμμάτια. Όμως αν η εσωτερική τραπεζική αγορά είναι υπό δημόσιο έλεγχο, όπως ανέφερα και υπό καθεστώς ελέγχου της κίνησης κεφαλαίου, το κράτος θα μπορεί να δανειστεί με απόλυτα ελεγχόμενο τρόπο από αυτήν. Όμως ακόμη κι αν δεν μπορεί να το κάνει, λόγω έκτακτων συνθηκών ειδικά στην αρχή, θα μπορεί να κόψει πληθωριστικό νόμισμα για να καλύψει το έλλειμμα. Αυτό το πληθωριστικό νόμισμα εφόσον τροφοδοτεί την παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας και τα εισοδήματα των λαϊκών στρωμάτων, τότε δεν θα πυροδοτήσει υψηλά ποσοστά πληθωρισμού. Η Ελλάδα γνώρισε πληθωρισμούς της τάξης του 30% στην δεκαετία του ’80, αλλά δεν χρεοκόπησε. Αν συνοδευτεί με αναπλήρωση απώλειας στο εισόδημα των εργαζόμενων στρωμάτων με παράλληλο έλεγχο των συνθηκών κόστους της οικονομίας, τότε ο πληθωρισμός όχι μόνο δεν θα προβληματίσει, αλλά πολύ γρήγορα θα αρχίσει να υποχωρεί. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα σπάσουμε τις μονοπωλιακές καταστάσεις στην αγορά, τόσο στην εσωτερική αγορά, όσο και στην εξωτερική αγορά της οικονομίας. Δεν μπορείς να ελπίζεις σε τίποτε όσο η οικονομία σου και οι ροές της κυρίως από το εξωτερικό ελέγχονται από ένα κύκλωμα καρτέλ, τραστ και ιδιωτικών μονοπωλίων της ημεδαπής και της αλλοδαπής.
Βασίλης Σεραφειμάκης
Αγαπητή Κατερίνα, μία χώρα με δικό της νόμισμα, η οποία δανείζεται σε αυτό το νόμισμα, και έχει δημοσιονομική ανεξαρτησία (ό, τι δηλ. δεν ισχύει στην Ευρωζώνη) ΔΕΝ έχει ανάγκη εσόδων ή δανεισμού για να χρηματοδοτήσει τις δαπάνες της! Αυτό είναι απλά μία πραγματικότητα της σύγχρονης μακροοικονομίας, που ισχύει πανηγυρικά από τότε που καταργήθηκε η υποχρεωτική ανταλλαξιμότητα τού όποιου εθνικού νομίσματος με Χρυσό. Το σύγχρονο κράτος, που ελπίζομε να είναι η αυριανή Ελλάδα, βγαίνει στην αγορά όχι «για να βρει λεφτά» αλλά για να ελέγξει τα επιτόκια δανεισμού της αγοράς. Κανένα απολύτως πρόβλημα σ’ αυτό το σημείο δεν υπάρχει.
Αυτό δεν σημαίνει ότι με την μετάβαση στο δικό μας νόμισμα λύθηκαν αυτομάτως τα προβλήματα μας. Απλά, χωρίς την μετάβαση αυτή δεν μπορούν να λυθούν τα προβλήματά μας!
Θεόδωρος Πιτικάρης
Το εθνικό νόμισμα όπως έχει ειπωθεί ξανά πολύ εύστοχα είναι ικανή αλλά όχι και αναγκαία συνθήκη, η τοποθέτηση του κ. Οικονομόπουλου νομίζω ότι δείχνει αυτό που λέει και ο κύριος Καζάκης ότι το Εθνικό νόμισμα μπορεί να καταστεί μια σοβαρή επιλογή υπό συνθήκες δηλαδή αν αποφασίσουμε ένα σύνολο πολιτικών που φυσικά θα έχει και ένα κόστος σε κάποιοι πράγματα αλλά είναι ζήτημα πολιτικής ποιους θες να επιβαρύνεις… και πόσο… αυτό άλλωστε είναι η πολιτική οικονομία. Χωρίς οδικό χάρτη, χωρίς τα υπόλοιπα στοιχεία του σχεδίου (λ. χ του σχεδίου που προτείνει ο κ. Καζάκης) δεν υπάρχει λύση αυτόματη και εύκολη.
Δημήτρης Καζάκης
Το νόμισμα δεν έχει από μόνο του καμιά αξία. Είναι σύμβολο αξίας. Αποτυπώνει δηλαδή την αξία που του δίνει η οικονομία. Αν είναι νόμισμα με παγκόσμια κυκλοφορία με σκοπό να γίνει αποθεματικό και να εκφράσει την τραπεζική και χρηματιστική κυκλοφορία διεθνώς, τότε είναι ένα νόμισμα σαν το ευρώ. Επιπλέον το ευρώ είναι νόμισμα σταθερής νομισματικής κυκλοφορίας κι έτσι ενώ εκφράζει άριστα την διόγκωση των συναλλαγών με χρέος δεν μπορεί να εκφράσει τις οικονομίες. Όλες τις οικονομίες, ακόμη και τις πιο ισχυρές. Η ευρώ κόβεται και ράβεται ανάλογα με την κυκλοφορία του κεφαλαίου και μάλιστα του δανειακού κεφαλαίου στις αγορές της ευρωζώνης και παγκόσμια. Γι’ αυτό και η σταθερότητά του προϋποθέτει μεγάλους όγκους δανεισμού, μεγάλες αγορές χρέους, υπερτροφικές τελικά τράπεζες, χρηματαγορές και επενδυτικά κεφάλαια. Με ένα τέτοιο νόμισμα σε κυκλοφορία καμιά οικονομία δεν μπορεί να γλυτώσει την υπερχρέωση. Ακόμη και η Γερμανική, παρά τα τεράστια εμπορικά της πλεονάσματα. Δεν είναι τυχαίο ότι στα χρόνια του ευρώ η Γερμανική οικονομία υπερδιπλασίασε το δημόσιο χρέος της, ενώ εκτινάχτηκε σε πρωτοφανή επίπεδα το ιδιωτικό χρέος της. Ακόμη κι αν μας χάριζαν τα χρέη η Ελλάδα θα δημιουργούσε νέα χρέη σε χρόνο dt και θα συνέχιζε να πορεύεται με όρους εσωτερικής υποτίμησης γιατί σε συνθήκες νομισματικής ένωσης μόνο έτσι μπορεί να σταθεροποιηθεί το κοινό νόμισμα. Όταν το νόμισμα, ως σύμβαση, δεν μπορεί να αντιστοιχηθεί στην οικονομία, τότε αναγκαστικά η οικονομία πρέπει να αντιστοιχηθεί στο νόμισμα. Πώς; Με τον μπαλτά, περικόπτοντας ότι δεν αντιστοιχεί στην αξία του κοινού νομίσματος. Περικόπτοντας δηλαδή κόστη στην οικονομία. Πρώτα και κύρια της εργασίας και της παραγωγής. Το εθνικό νόμισμα είναι υποχρεωμένο να αντιστοιχηθεί με τις υλικές αξίες που παράγει η οικονομία που το διαθέτει. Αν οι υλικές αξίες αυξάνουν τότε το εθνικό νόμισμα είναι σταθερό και σίγουρο. Τι είναι υλικές αξίες; Προϊόντα, υπηρεσίες, εισοδήματα, θέσεις εργασίας. Αν οι υλικές αξίες υστερούν τότε και το νόμισμα ξεφτιλίζεται. Αν η ελληνική οικονομία από την πρώτη κιόλας στιγμή αναπληρώσει την χαμένη αγοραστική δύναμη των λαϊκών νοικοκυριών, οικοδομήσει ανελαστικές συνθήκες και όρους εργασίας που δημιουργούν περιβάλλον υψηλής παραγωγικότητας και επενδύσει στην παραγωγή με βασικό φορέα το δημόσιο, τότε η ανοδική εκτίναξη θα είναι εντυπωσιακή και το νόμισμα θα σταθεροποιηθεί. Επίσης το εθνικό κρατικό νόμισμα δεν χρειάζεται να είναι διεθνές νόμισμα. Η συναλλαγματική αξία με βάση τα ξένα νομίσματα καθορίζεται όχι μόνο από τα εξωτερικά ελλείμματα, αλλά πρωτίστως από την παραγωγικότητα με φυσικούς όρους της ελληνικής οικονομίας. Αν η ελληνική οικονομία βελτιώνει τους όρους εμπορίου – δηλαδή δεν είναι μπάτε σκύλοι αλέστε – και αυξάνει διαρκώς την παραγωγικότητα της εργασίας με νέες καινοτομίες και εφαρμογές στην παραγωγή, τότε το νόμισμά της θα είναι βράχος σταθερότητας.
Βασίλης Σεραφειμάκης
Κρατική επιχειρηματική δραστηριότητα «ευθέως ανταγωνιζόμενη τον ιδιωτικό τομέα» σημαίνει αθέμιτο ανταγωνισμό σε βάρος του ιδιωτικού τομέα και τελικά διωγμό του. Με τέτοια πολιτική θα έχομε μονίμως «μικρομεσαίες» επιχειρήσεις και ποτέ μεγάλες. Αυτό όμως οδηγεί σε υποβάθμιση της διεθνούς παρουσίας των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών.
Δημήτρης Καζάκης
Η κρατική επιχειρηματική δραστηριότητα αν δεν είναι ευθέως ανταγωνιστική με τον ιδιωτικό τομέα, τότε θα είναι συμπληρωματική και θα έρθουμε σε μια από τα ίδια. Αυτό το κράτος οικοδομήθηκε επί δεκαετίες στην Ελλάδα. Ένα κράτος συμπληρωματικό και απόλυτα προσαρμοσμένο στις ανάγκες των μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων. Αυτό το «μοντέλο» χρεοκόπησε οριστικά. Δεν μπορούμε να επιστρέψουμε σ’ ένα κράτος που θα λειτουργεί συμπληρωματικά σαν νοσοκόμος ή τροφός της αγοράς προκειμένου μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις να διεκδικούν μερίδια αγοράς στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό. Αν το κάνουμε αυτό θα καταλήξουμε σε μια από ίδια. Θέλουμε κράτος που να ανταγωνίζεται τις μεγάλες επιχειρήσεις. Αλλιώς θα γεννηθούν πάλι ιδιωτικά μονοπώλια και θα συνθλίψουν την εσωτερική οικονομία, αλλά και θα εξαγοράσουν το κράτος. Αυτή είναι η εσωτερική λογική μιας αγοράς όπου κυριαρχούν οι μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις. Όσους κανόνες κι αν θεσπίσει το κράτος, όσοι αυστηροί κι αν είναι, οι επιχειρήσεις αυτές θα αποκτήσουν δεσπόζουσα θέση και θα καρτελοποιήσουν εμφανώς ή αφανώς την αγορά. Το κράτος πρέπει να διεμβολίζει τις τάσεις μονοπώλησης που ενυπάρχουν στην αγορά. Για να μπορεί ο ιδιωτικός τομέας να προάγει την αληθινή ιδιωτική πρωτοβουλία, την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα του ιδιώτη θα πρέπει να υπάρχει η αμέριστη υποστήριξη του κράτους στην ανάπτυξη της μικρής και μεσαίας επιχείρησης στους τομείς αναπτυξιακής προτεραιότητας. Και για να γίνει αυτό, για να επιτρέπεται η ελεύθερη επιχειρηματική καινοτομία, οφείλει το κράτος να κρατά την αγορά ελεύθερης από μεγάλες επιχειρήσεις με δεσπόζουσα παρουσία που εύκολα μετατρέπονται σε καρτέλ, τραστ και μονοπώλια. Όσο για την διεθνή παρουσία της ελληνικής οικονομίας δεν μπορεί να εξαρτάται από ορισμένες μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους ιδιωτικών συμφερόντων όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα. Η διεθνής παρουσία της ελληνικής οικονομίας εξασφαλίζεται πρωτίστως από τις καινοτομίες που την διακρίνουν ως οικονομία, η αξία και η ποιότητα των διαθέσιμων προϊόντων, αγαθών και υπηρεσιών προς την παγκόσμια οικονομία. Η Νορβηγία, πχ. , εξασφαλίζει την διεθνή της παρουσία πρώτα και κύρια με απόλυτα κρατικές επιχειρήσεις και την πρωτοπόρα τεχνογνωσία που αντιπροσωπεύουν.
Θεόδωρος Πιτικάρης
H επαναφορά το εθνικού νομίσματος είναι μια σπουδαία αλλαγή. Δεν πρόκειται να γυρίσουμε το ρόλοι πίσω στο 1999. Είναι μια τελείως νέα κατάσταση, διότι αφενός στο διάστημα αυτό η χώρα απέκτησε υποδομές (δρόμους λιμάνια αεροδρόμια πανεπιστήμια νοσοκομεία) κεφάλαιο γνώσης (επιστήμονες) και μεγάλες υποδομές σε ΑΠΕ.
Αλλά και έχασε τεραστία εισοδήματα κυρίως λόγο της αναδιανομής εισοδημάτων. Αρχικά μέσω της χρηματιστηριακής φούσκας, και στη συνέχεια μέσω του πληθωρισμού κερδών (έκθεση διοικητή τραπέζης της Ελλάδος 2007 – Γκάγκαρα-) και φυσικά μέσω της υπερβολικής αμοιβής κεφαλαίου (τόκος) όπως λχ της χαρακτηρίζει και ο Άρειος Πάγος αρ, απόφασης 1219/01.
Στο ίδιο διάστημα τεραστία εισοδήματα, ουσιαστικά, ταξίδεψαν στο εξωτερικό για την πληρωμή των υποχρεώσεων της χωράς, αλλά και για να αγοραστούν εξοπλιστικά προγράμματα και να καλύψουν την συνεχώς φθίνουσα εγχωρία πρωτογενή και δευτερογενή παράγωγη (αγροτικά προϊόντα, και μεταποίηση) ενώ και τα εισοδήματα από τον τουρισμό έχασαν την δομική τους καθώς ενώ εμφανίζουν αύξηση σε απολυτούς αριθμούς, ποιοτικά όλοι την προηγούμενη δεκαετία σαφώς υπονομεύονται από τα ποιοτικά στοιχειά (οριακή πρόσοδος) που δείχνει μια διαρκώς μειούμενη ανά επισκέπτη καθαρή δαπάνη στη χώρα (απόλυτα λογικό καθώς το All inclusive σε συνδυασμό με προϊόντα εισαγωγής –άτυπες εισαγωγές– και προσωπικό από τα Βαλκάνια (μαθητεία) υποκαθιστούν την ελληνική συμμετοχή στο τουριστικό προϊόν).
Επίσης το 2013 βρίσκει την γειτονιά μας πάλι σε αναταραχή με την Ελλάδα να αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την γεωπολιτική στη περιοχή και τους βορείους γείτονες μας να είναι εκτός της Αλβανίας και της ΠΓΜΔ μελή της Ε. Ε ενώ η Τουρκιά τέλει φυσικά υπό την ηγεμονία του τσάρου Ali Babacan ‘Deputy Prime Minister and Governor of the Fund for Turkey’.
Αρά το 2013 είναι κάτι τελείως διαφορετικό από το 1999 και δεν πρέπει να περιμένει κανείς ότι η εισαγωγή της δραχμής ή όπως αλλιώς θα ονομαστεί το νέο νόμισμα θα φέρει τα επειδή οικονομίας του 1999 ή του 1989.
Το νόμισμα είναι κέλυφος, η αξία του, όχι κυριολεκτικά δηλαδή η ισοτιμία έναντι του δολαρίου, αλλά η αξία του για του έλληνες και στην συνέχεια η αξία του για τον υπόλοιπο κόσμο μένει να δοθεί μέσα από συγκεκριμένους παράγοντες. Ειδικότερα:
Τις Συνθήκες που θα επικρατήσουν στη Μετάβαση και κατά μετάβαση και τους Συντελεστές παράγωγης: Πώς θα συμπεριφερθεί το ανθρώπινο κεφάλαιο της χωράς, πως θα διαχειριστούμε τους φυσικούς πόρους και με ποιο καθεστώς (εθνικοποίηση, τιτλοποίηση, ιδιωτικοποίηση), πως θα αξιοποιήσουμε το κεφάλαιο γνώσης και τους πόρους γνώσης (φυσικός τουρισμός λχ, καινοτομία στην αγροτική παράγωγη, βιοκλιματικός κτλ), διαχείριση ιδίων πόρων και υποδομών (τα διόδια τι θα τα κάνουμε, τα αεροδρόμια θα έχουν τέλος; Το σπατοσημο θα εισπράττεται). Ανάδειξη και ταχύτατη αξιοποίηση των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων της χωράς στους τομείς της οικονομίας που έχουμε την δυνατότητα να καταστούμε μοναδικοί ή εξαιρετικά ανταγωνιστικοί όχι όμως στη βάση του εργατικούς κόστους (αλλά ναι του οριακού αν αυτό επιτυχαίνεται με καινοτομία και επιστροφή αυτού του πόρου καινοτομίας στη κοινωνία). Κυρίως πάντως ψάχνουμε την διαφοροποίηση του προσφερόμενου αγαθού ή υπηρεσίας που θα δώσει προστιθέμενη αξία και εξέτρεφα (λχ yachting τουρισμός, ελαιόλαδο με ιχνηλασία βιολογικής καλλιέργειας). Ανάπτυξη σε βιώσιμο χρονικό ορίζοντα αντίρροπων πόρων που μπορούν να για την αντιστάθμισαν τυχών αντίποινα από την πράξη αποχωρήσει από το ΕΥΡΩ…
Οι Συνθήκες ζήτησης στην ελληνική και την παγκοσμία αγορά στο τρέχοντα χρόνο είναι εξαιρετικά πολύπλοκες, η Ευρώπη βυθίζεται στη Ύφεση δεν συμβαίνει το ίδιο στην ΗΠΑ και το ΗΒ που φαίνεται μέσω της μονεταριστικής πολίτικης να διατηρεί ισχυρή την απασχόληση. Μεγάλο ερώτημα παραμένουν οι αγορές της Μ. Ανατολής καθώς δεν ξέρουμε τι θα συμβεί, εκεί σε θέματα σε σχέση με το Ιράν και την Σύρια. Πάντως είναι σαφές ότι μάλλον είναι ευνοϊκό στοιχείο για ένα εθνικό νόμισμα η τρέχουσα κατάσταση της οικονομίας της ευρωζώνης. Όμως και πάλι είτε με δημόσιες είτε με κοινωνικές και ιδιωτικές επιχειρήσεις, δεν είναι δυνατόν να ξαναγινεί το εθνικό νόμισμα εργαλείο επιδότηση τους εργατικού κόστους… Πρέπει να γίνει σαφές ότι το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τις επιχειρήσεις πρέπει να προσέλθει από τον πολίτικη του να καινοτομούν ταχύτερα και να δημιουργήσει πιο προηγμένα προϊόντα από εκείνα των ανταγωνιστών.
Σταθερή στρατηγική ανάπτυξης και αξιόπιστία: η στιβαρή δομή της διοίκησης (επιτελικό κράτος, διαφάνεια, διάκριση των εξουσιών) και η και προσαρμοστικότητα στο διεθνές περιβάλλον (διπλωματία/marketing) αποτελούν το καθοριστικό παράγοντας της ανταγωνιστικότητας/αξιοπιστίας ενός κράτους σήμερα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ενσωμάτωση καινοτομία και η διαρκής απλούστευση του πλαισίου λειτουργιά του κράτους είναι σημαντικές παράμετροι για την οικονομία και του πολίτες. Ο σεβασμός στου πολίτες, η κωδικοποίηση και εκλογίκευση των νόμων, η άρση των νόμων της τρόικας που διέσπασαν την συνταγματική τάξη αλλά και διόρυξαν οριστικά την σχέση κράτους πολίτη αποτελούν σημαντικό τροχοπεδεί για την ανάπτυξη της οικονομίας.
Περαιτέρω, θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε ό,τι και σήμερα η Αργεντινή που την τρέχουν οι δανειστές ακόμη και στη Γκάνα. Να σημειώσω ότι δεν μπορούμε να λάβουμε μέτρα όπως δασμούς ή επιδοτήσεις διότι συμμετέχουμε στο Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου αν φύγουμε από εκεί θα έχουμε τεράστιο ζήτημα καθώς θα επιβληθούν δασμούς στις δικές μας εξαγωγές.
Τεχνικά το εθνικό νόμισμα προσωρινά, μπορεί να έχει απίθανα αποτελέσματα, θα θυμίσω της εξαιρετική δουλειά του διοικητή της τράπεζας της Γιουγκοσλαβίας την περίοδο του εμπάργκο αρχές του ’90. Είναι από μόνο του ένα εξαιρετικό υπόδειγμα προς μελέτη.
Συνοψίζοντας το νέο νόμισμα είναι ένα απλό εργαλείο ούτε λύση είναι για το μακρινό μέλλον, ούτε σωτήρια αυτοδύναμα. Άλλωστε τα μεγάλα προβλήματα της χωράς είναι αποτέλεσμα και συνέργιας της ελληνικής ελίτ. Εθνικό νόμισμα μπορεί να υπάρξει αφού όμως υπάρξει ολοκληρωμένο σχέδιο και σαφής δέσμευση της κοινωνίας ότι θα υποστεί και το κόστος ενός τέτοιου σχεδίου. Δεν ξέρω αν το κόστος θα είναι μεγαλύτερο η μικρότερο από το ευρώ που φοβάμαι ότι ήδη είναι σε πορεία διάλυσης, μη ξεχνάμε ότι το ευρώ δεν είναι νόμισμα είναι μια ιδέα, το δολάριο είναι νόμισμα (1 βαρέλια πετρέλαιο κάνει 90$). Μακάρι να ήταν δυνατόν την τελευταία, την δωδέκατη ώρα να γίνονταν το θαύμα και να σώζονταν η Ευρώπη των λαών… Δεν το βλέπω. Και επειδή Μεσσίες δεν υπάρχουν –εκτός και αν στις 21-12-2012 είναι η συντέλεια του κόσμου όποτε θα ξανακατέβει ο Ιησούς– είναι θέμα συλλογικής απόφασης τόσο το πού θα πορευτούμε, όσο και το πώς θα πορευτούμε, αλλά και το κόστος που θα αναλάβουμε και το πώς θα το επιμερίσουμε… Πάντως χωρίς σχέδιο και απόφαση να ξεχάσουμε εκείνο που ξέραμε ως βόλεμα. Καλά είμαστε εδώ που είμαστε…
Χωρίς κοινό ελλήνων και ελληνίδων, χωρίς κοινωνία δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την αλήθεια… Οπότε αν δεν θέλουμε από ΜΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ να αρχίσουμε και πάλι να μιλάμε, και να καταλαβαινόμαστε και να εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον και να ξαναφτιάξουμε αυτά τα μεγάλα που αλλοτριωθήκαν και χαθήκαν… τότε παιδία μη το κουράζουμε ας μείνουμε στης Χαλιμάς τα παραμυθία με τους δράκους τους μάγους και τους Σωτήρες και τους λογαριασμούς που έρχονται από το εξωτερικό.
Ευχαριστώ.
Η πρώτη συζήτηση κρίθηκε επιτυχής. 337 σχόλια έλαβαν χώρα, ενώ και οι 5 οικονομολόγοι τοποθετήθηκαν άλλα και απάντησαν σε σχετικές διευκρινιστικές ερωτήσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, τη Δευτέρα 17/12/2012 θα αρχίσει δεύτερος κύκλος συζήτησης με ερώτημα που θα αφόρα στην ενδεχόμενη υποτίμηση του νέου εθνικού νομίσματος καθώς και στην ικανότητα της χωράς για εισαγωγές προϊόντων. Στον δεύτερο κύκλο θα συμμετάσχει και ο οικονομολόγος Παναγιώτης Θεοδωρίδης.
Ε.ΠΑ.Μ. Πάτρας
Τα κυριότερα σημεία αυτής της συζήτησης παρατίθενται στη συνέχεια.
Πώς είναι δυνατόν να επιστρέψουμε σε εθνικό νόμισμα, χωρίς να έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα; Πως θα επιβιώσουμε δηλαδή χωρίς καμιά εξωτερική βοήθεια αφού θα ξοδεύουμε περισσότερα από όσα θα παράγουμε;
Παναγιώτης Οικονομόπουλος
Η επιστροφή σε εθνικό νόμισμα επιτρέπει την χρηματοδότηση ενός ελλειμματικού προϋπολογισμού με την δυνατότητα έκδοσης δημόσιου χρήματος, το όποιο βέβαια λογιστικά συμπίπτει με έλλειμμα εξωτερικού εμπορίου και πλεονασματικό ισοζύγιο και μειωμένο επίπεδο αλλά και λόγο ιδιωτικού χρέους προς ΑΕΠ του εσωτερικού ιδιωτικού τομέα.
Η εξωτερική βοήθεια (ΕΣΠΑ, κλπ) η/και ο δανεισμός σε ξένο νόμισμα έχει σχέση με τις ανάγκες χρηματοδότησης εισαγωγών που είναι απαραίτητες για την παραγωγική διαδικασία. Με την ανάλογη εξαγωγική προσπάθεια, με την εμπορική ανταλλαγή προϊόντων αλλά και την υποβοηθητική για την εξωτερική ανταγωνιστικότητα υποτίμηση του εθνικού νομίσματος αυτές οι ανάγκες μπορούν να καλυφθούν όπως και στο παρελθόν!
Η έκδοση νομίσματος χρηματοδοτεί τις δημόσιες δαπάνες αλλά και με την κάλυψη των πιστώσεων από τις τράπεζες χρηματοδοτεί τις ιδιωτικές δαπάνες, όπου αν είναι ελαστική η εσωτερική παραγωγή αυξάνει την απασχόληση, την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών και τα κέρδη των επιχειρήσεων που καταλήγουν μελλοντικά σε πρόσθετες επενδύσεις παραγωγικού δυναμικού. Αν δεν είναι ελαστική η παραγωγική ικανότητα τότε αυξάνει ο πληθωρισμός και υποτιμάται περαιτέρω το εθνικό νόμισμα όπου μαζί με τα πληθωριστικά κέρδη του εμπορίου δύνανται να βοηθήσουν μέσω επενδύσεων σε αύξηση της ελαστικότητας της παραγωγής και μελλοντική μείωση της πίεσης στον πληθωρισμό και στην ισοτιμία του εθνικού νομίσματος. Οι σχέσεις είναι δυναμικές και όχι στατικές!
Βασίλης Σεραφειμάκης
Μία οικονομία που έχει νομισματική ανεξαρτησία (έχει δηλ. μονοπωλιακό προνόμιο έκδοσης του εθνικού της νομίσματος) και δημοσιονομική ανεξαρτησία (δεν δεσμεύεται δηλ. από ανοησίες τύπου Μάαστριχτ, «μέχρι 3% του ΑΕΠ ετήσια ελλείμματα, μέχρι 60% του ΑΕΠ συνολικό χρέος») ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΠΛΕΟΝΑΣΜΑΤΑ!
Η χώρα αυτή, που έτσι ελπίζομε να είναι η αυριανή Ελλάδα, δανείζεται στο νόμισμά της – κι όταν την πιέζουν οι υποψήφιοι δανειστές της ή οι προστάτιδες αυτών δυνάμεις να δανειστεί σε ξένο νόμισμα (κατά προτίμηση, το δικό τους) ή ακόμα και με ρήτρα Χρυσού, ΤΟΥΣ ΣΤΕΛΝΕΙ ΣΤΟ ΔΙΑΟΛΟ! Αυτό κάνουν όλες οι σοβαρές δυτικές καπιταλιστικές χώρες, και υποτίθεται ότι αυτό επιδιώκομε και εμείς να είμαστε: μία σοβαρή χώρα με καθεστώς ελεύθερης οικονομίας.
Με πιο απλά λόγια: δεν χρειάζεται να είμαστε ούτε βλάκες ούτε ραγιάδες.
(Από εκεί δανείζομαι και τα περισσότερα για το εν συνεχεία κείμενο. )
Περί «ΠΡΩΤΟΓΕΝΩΝ ΠΛΕΟΝΑΣΜΑΤΩΝ» κτλ, τώρα.
Οι χρηματικές ροές σε μία ανοικτή εθνική οικονομία κινούνται βάσει κανόνων της εθνικής λογιστικής, κανόνων που δεν επιδέχονται αμφισβήτησης. Όταν κατανοήσομε τους κανόνες αυτούς, αντιλαμβανόμαστε ότι το δημοσιονομικό αποτέλεσμα (δηλ. πλεονάσματα ή ελλείμματα) είναι κατά κύριο λόγο συνέπεια των πράξεων του ιδιωτικού τομέα, ιδιαίτερα όταν η οικονομία δεν λειτουργεί σε Πλήρη Απασχόληση. Με άλλα λόγια το αποτέλεσμα του δημόσιου προϋπολογισμού δεν είναι στη διακριτική ευχέρεια του Δημοσίου!
Αυτό αποτελεί έκπληξη πρώτου μεγέθους για όσους δεν γνωρίζουν τα βασικά.
Υ Φ Ε Σ Η: ΜΕΙΩΝΟΜΕ ΤΙΣ ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ ΑΛΛΑ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΣΤΟΝ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΌ ΑΥΞΑΝΕΙ! ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ;;
Η αύξηση του ελλείμματος είναι αυτόματη μέσω των λεγόμενων «αυτόματων σταθεροποιητών» («automatic stabilizers»):
Η Ύφεση μειώνει τα φορολογικά έσοδα του κράτους (τούς έμμεσους φόρους που είναι συνάρτηση της Κατανάλωσης, τούς Φόρους Εισοδήματος, κτλ) ενώ αυξάνει τα έξοδα του κράτους (την χρηματοδότηση επιδομάτων ανεργίας, των κοινωνικών επιδομάτων, την χρηματοδότηση ασφαλιστικών ταμείων τα οποία λόγω μείωσης μισθών και απασχόλησης έχουν μειωμένα έσοδα ενώ οι συντάξεις παραμένουν συνήθως σταθερές, κτλ).
Τα παραπάνω ΔΕΝ περιγράφουν ένα στατικό σύστημα αλλά μία δυναμική οικονομία και ισορροπία.
Κάθε ύψος δημοσίου ελλείμματος θα οδηγήσει την εξίσωση σε ισορροπία αλλά το αποτέλεσμα στην πραγματική οικονομία μπορεί να είναι ύφεση (αν το έλλειμμα είναι μικρότερο από το επιθυμητό από τον ιδιωτικό τομέα), ανάπτυξη (αν αυξάνεται η ζήτηση και η παραγωγή της οικονομίας μέχρι το δυνητικό προϊόν της) ή πληθωρισμός (αν η ζήτηση στην οικονομία ή σε συγκεκριμένους κλάδους αυξηθεί πάνω από το δυνητικό προϊόν που η οικονομία μπορεί να παράξει).
Αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι η συνηθισμένη κατάσταση είναι το δημόσιο να παρουσιάζει έλλειμμα.
Διαφορετικά θα πρέπει είτε (α) να υπάρχει πλεόνασμα με τον έξω κόσμο, είτε (β) ο ιδιωτικός τομέας να αυξάνει συνεχώς το δανεισμό του, κάτι δύσκολα διατηρήσιμο (αλλά και επικίνδυνο για δημιουργία πιστωτικής φούσκας).
Αν ο δημόσιος τομέας προσπαθήσει να ‘πάει κόντρα’ στις επιδιώξεις του ιδιωτικού τομέα, το αποτέλεσμα θα είναι αναπόφευκτα οικονομική ύφεση. Δεν είναι τυχαίο ότι, ιστορικά, ΚΑΘΕ περίοδος συνεχών δημοσιονομικών πλεονασμάτων ακολουθήθηκε από Ύφεση. Αλλά και δια της απλής λογικής, δεν καταλαβαίνομε ότι το Δημόσιο πρέπει να προσφέρει στην οικονομία (μέσω των δημοσίων δαπανών) περισσότερα από όσα ζητάει (μέσω της φορολογίας);
Άρα, η αναζήτηση «πρωτογενών πλεονασμάτων» είναι μία αναζήτηση άνευ ουσίας, και μάλιστα επικίνδυνη. Θα μπορούσε να την χαρακτηρίσει κάποιος, αν έχει κέφια, και ως αντι-καπιταλιστική.
Θυμίζω προς όλους ότι εάν αύριο το πρωί ερχόταν κάποιος και ξεχρέωνε εντελώς την Ελλάδα από το δημόσιο χρέος της στο σύνολο του, το κράτος θα έπρεπε, προκειμένου να ξαναβάλομε μπροστά την οικονομία μας, να προχωρήσει σε βαθύτατα ελλειμματικές δημόσιες δαπάνες (μείωση φορολογίας, αύξηση μισθών και συντάξεων, επιστροφές φόρου, κτλ). Δεν υπάρχει κανένας απολύτως άλλος τρόπος! Αλλά επειδή αυτό απαγορεύεται από την Συνθήκη τού Μάαστριχτ, για να ξαναβάλεις μπρός την οικονομία σου πρέπει να έχεις δικό σου νόμισμα και δημοσιονομική ανεξαρτησία: Αντίο Ευρώ, αντίο Μάαστριχτ!.
Λεωνίδας Βατικιώτης
Κατ’ αρχάς για την σημερινή ελλειμματική κατάσταση, τόσο στο εμπορικό ισοζύγιο όσο και στα δημόσια οικονομικά, έχει συμβάλει σημαντικά η απώλεια της νομισματικής ανεξαρτησίας. Η ένταξη δηλαδή και η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ την τελευταία δεκαετία όξυνε τις αντιφάσεις του οικονομικού σχηματισμού που ανέκαθεν εκφράζονταν μέσα από χαμηλή διεθνή ανταγωνιστικότητα και ανεπαρκή φορολογικά έσοδα. Αντί λοιπόν να σκεφτόμαστε ότι τα ελλείμματα αποτελούν τροχοπέδη για τη διεκδίκηση νομισματικής ανεξαρτησίας είναι προτιμότερο να ξεκινούμε από την παραδοχή ότι η υιοθέτηση εθνικού νομίσματος αποτελεί έναν αναγκαίο όρο (και προφανώς μη ικανό, όπως δείχνει η οικονομική μας ιστορία μέχρι το 2000) για την αντιμετώπιση των ελλειμμάτων.
Αντίθετα με σήμερα, η έκδοση νέου χρήματος – χωρίς τους ασφυκτικούς περιορισμούς της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – θα επιτρέψει την χορήγηση αυξήσεων στους εργαζόμενους, την πραγματοποίηση μαζικών διορισμών μέσα από διαφανείς και αξιοκρατικές διαδικασίες στις χειμαζόμενες κοινωνικές υπηρεσίες (πρόνοια, παιδεία, υγεία, κοινωνική ασφάλεια, πολιτισμό, περιβάλλον) με στόχο να μπει ένα τέρμα στην ανθρωπιστική κρίση και την κοινωνική γενοκτονία που συντελείται μπροστά στα μάτια μας. Η έκδοση νέου χρήματος σε συνδυασμό με την διαμόρφωση μιας πολιτικής επιτοκίων και συναλλαγματικής ισοτιμίας στη βάση δικών μας ιεραρχήσεων (κι όχι των προτεραιοτήτων της Γερμανίας, όπως συμβαίνει σήμερα) θα επιτρέψει επίσης την άσκηση βιομηχανικής πολιτικής. Θα δώσει δηλαδή τη δυνατότητα στο κράτος να ασκήσει μια επιλεκτική πολιτική ενισχύσεων σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας, όπου θα αποφασιστεί ότι διαθέτουμε συγκριτικό πλεονέκτημα ή εκεί υφίστανται λόγοι να πραγματοποιηθούν επενδύσεις με απώτερο στόχο να μειωθεί η ανεργία, να εξασφαλιστεί διατροφική επάρκεια, κ.ά.
Η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα επίσης δεν εννοείται παρά στο πλαίσιο μιας σειράς επιπλέον ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων όπως για παράδειγμα η φορολογική μεταρρύθμιση. Ακρογωνιαίοι λίθοι της θα είναι η αύξηση της φορολογίας των πλουσίων (με συντελεστές στο εισόδημα ακόμη και 70% όπως υπάρχουν σε πολλές χώρες της βόρειας Ευρώπης) και των Ανωνύμων Εταιρειών (με 45%) από την μια κι από την άλλη η σημαντική μείωση των έμμεσων φόρων και κάθε άμεσης φορολογίας που επιβαρύνει εργαζόμενους, συνταξιούχους, ανέργους, μεσαία στρώματα και νεολαία. Η αύξηση της φορολογίας των πλουσίων και των ΑΕ από τα σημερινά απαράδεκτα χαμηλά επίπεδα θα επιτρέψει την αύξηση των δημοσίων εσόδων και την δημιουργία πλεονασμάτων στα δημόσια έσοδα.
Σε κάθε περίπτωση η έξοδος από το ευρώ δεν θα σημάνει τον διεθνή απομονωτισμό της Ελλάδας. Τότε θα υπάρχει κάθε δυνατότητα για την σύναψη επωφελών διμερών οικονομικών σχέσεων με όλες τις χώρες της περιοχής: Από τις χώρες της Νότιας Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής μέχρι της Ανατολικής Ευρώπης. Σε αυτό το πλαίσιο θα μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά με μακροπρόθεσμες συμφωνίες κι οι ανάγκες που έχει η Ελλάδα, όπως για παράδειγμα σε υγρά καύσιμα. Το σημαντικότερο ωστόσο, μιλώντας για καύσιμα, είναι να ανατραπεί η ακολουθούμενη πολιτική λιτότητας που έχει μετατρέψει το πετρέλαιο θέρμανσης σε αγαθό πολυτελείας σήμερα ακόμη και στα σπίτια των μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων. Με άλλα λόγια η σημαντικότερη αιτία των ελλείψεων βρίσκεται στην υπό εξέλιξη φτωχοποίηση του ελληνικού λαού! Αυτή η πολιτική δεν ξεπερνιέται εντός του ευρώ κι εντός της ΕΕ, έχοντας δηλαδή την υποχρέωση να ακολουθούμε τα δρακόντεια μέτρα λιτότητας και περικοπής δαπανών που επιβάλουν το Δημοσιονομική Σύμφωνο, το Σύμφωνο για το Ευρώ κι άλλες κοινωνικά ολέθριες αποφάσεις της ΕΕ.
Η έξοδος από τους περιορισμούς του ευρώ θα επιτρέψει τέλος, την ασφαλή και συμφέρουσα για την ελληνική κοινωνία χρηματοδότηση των χρηματοδοτικών ανοιγμάτων του κρατικού προϋπολογισμού, μέσα για παράδειγμα από τον εσωτερικό δανεισμό. Δυνατότητα, που χρησιμοποιούταν κατά κόρον μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90, αλλά τερματίστηκε στη συνέχεια προς όφελος των Ελλήνων τραπεζιτών και των διεθνών μεσιτών χρήματος που θησαυρίζουν από τέτοιου είδους διαμεσολαβήσεις.
Εν κατακλείδι, η έξοδος από το ευρώ με όρους κυρίαρχου κράτους και κάτω από λαϊκούς αγώνες κι όχι κατ’ απαίτηση των πιστωτών μας ή του Τέταρτου Ράιχ, δημιουργεί μια σειρά από αδιανόητες υπό τις παρούσες συνθήκες και ελπιδοφόρες δυνατότητες για την βελτίωση του βιοτικού επιπέδου.
Δημήτρης Καζάκης
Καταρχάς πρέπει να διευκρινίσουμε ότι το εθνικό νόμισμα δεν έχει άμεση σχέση με το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού. Ούτε το πρωτογενές πλεόνασμα αποτελεί πρώτης προτεραιότητας επιδίωξη της δημοσιονομικής πολιτικής. Ιδίως σε συνθήκες τέτοιας κλιμακούμενης κρίσης και ύφεσης. Πρώτιστος στόχος θα πρέπει να είναι η αναχαίτιση της ύφεσης μέσα από την δημιουργία πραγματικών θέσεων εργασίας, που αντιστοιχούν σε πραγματική αύξηση των λαϊκών εισοδημάτων και πραγματική άνοδο της παραγωγής.
Για τον λόγο αυτό οφείλουμε να διατηρήσουμε ένα ελεγχόμενο πρωτογενές έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού τουλάχιστον για τα πρώτα 2-3 χρόνια με σκοπό να πολλαπλασιαστεί το ύψος του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων. Χωρίς να διπλασιαστεί ή και τριπλασιαστεί από την πρώτη στιγμή το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων δεν θα μπορέσει να υπάρξει παραγωγική ώθηση στην οικονομία. Αυτό θα δημιουργήσει πρωτογενές έλλειμμα παρά το γεγονός ότι θα φροντίσουμε από την πρώτη στιγμή να εξορθολογιστούν οι δαπάνες του κράτους, κυρίως οι μεταβιβαστικές πληρωμές και οι εξωτερικές δαπάνες, όπου γίνονται κυρίως οι μεγάλες βουτηχτικές. Επιπλέον θα αλλάξει ο φορέας και ο προσανατολισμός των δημοσίων επενδύσεων. Δεν θα πρόκειται για επιδότηση μεγαλοεργολάβων, ούτε θα εξαρτώνται από ευρωπαϊκά κονδύλια και κοινοτικές επιλογές. Θα πρόκειται για επενδύσεις με σχέδιο σε υποδομές κυρίως στην παραγωγή με φορέα το ίδιο το δημόσιο.
Κύριε Λεωνίδα Βατικιώτη αν τα σπάσεις ταυτόχρονα με την ΕΕ (27χώρες της Ευρώπης που βρίσκονται στη «γειτονιά» σου) και το ΔΝΤ (μέλη του οποίου είναι και η Κίνα Ρωσία ΗΠΑ Βραζιλία κτλ), πού θα πουλάς τα προϊόντα σου όταν με τη δραχμή έρθει η ανάπτυξη;
Λεωνίδας Βατικιώτης
Τα προϊόντα μας θα τα πουλάμε σε αυτές ακριβώς τις χώρες. Δεν πρόκειται να μας επιβάλουν εμπάργκο μετά την έξοδο. Χώρια που το πιθανότερο είναι πως αργά ή γρήγορα θα ακολουθήσουν κι άλλες χώρες από την περιφέρεια της ευρωζώνης την έξοδο, αν γίνει η αρχή.
Ειδικότερα χώρες όπως η Ρωσία, μετά χαράς θα προχωρούσαν σε συμφωνίες στρατηγικής συνεργασίας με την Ελλάδα, σε κάθε επίπεδο.
Τα λεφτά για να γίνουν οι δημόσιες επενδύσεις, που σαφώς είναι απαραίτητες, πού θα βρεθούν; Εφόσον το χρέος θα διαγραφεί εννοείται ότι καμιά χώρα της ΕΕ δεν θα μας δανείσει, καμία χώρα του ΔΝΤ (άρα και ΗΠΑ-Ρωσία-Κίνα -Βραζιλία κτλ), αλλά ούτε και οι λεγόμενες αγορές δεν θα μας δανείσουν.
Δημήτρης Καζάκης
Πώς θα χρηματοδοτηθεί κάτι τέτοιο; Μόνο με εθνικό κρατικό νόμισμα, ώστε να μην υπάρξει συσσώρευση χρέους. Με το ευρώ δεν υπάρχει κανένας άλλος τρόπος εκτός από δανεισμό, υπό τις προϋποθέσεις που σου θέτει το ευρωσύστημα. Για να χρηματοδοτηθεί ένα τέτοιο πρωτογενές έλλειμμα χρειάζεται ανεπτυγμένη εσωτερική τραπεζική αγορά. Για να μην πέσουμε όμως στον φαύλο κύκλο υπερχρέωσης θα πρέπει να συντρέχουν τρεις συνθήκες: (α) Το τραπεζικό σύστημα να βρίσκεται υπό δημόσιο έλεγχο με την Τράπεζα της Ελλάδος και τις μεγάλες τράπεζες εθνικοποιημένες. (β) Η κίνηση κεφαλαίου υπό καθεστώς αυστηρού ελέγχου εισροών-εκροών. (γ) Υψηλή ροπή προς αποταμίευση των λαϊκών στρωμάτων. Για να υπάρξει αυτή η υψηλή ροπή προς αποταμίευση θα πρέπει το λαϊκό εισόδημα να πάρει ταχύτατα την ανιούσα από την πρώτη κιόλας ημέρα. Με τον τρόπο αυτό θα υπάρχει μια ανεπτυγμένη τραπεζική ρευστότητα υπό δημόσιο έλεγχο που θα μπορεί να αξιοποιείται και από το κράτος για να χρηματοδοτήσει το πρωτογενές έλλειμμά του απευθυνόμενος στην εγχώρια αποταμιευτική αγορά. Όλα αυτά για να γίνουν απαιτούν εθνικό κρατικό νόμισμα. Οι δημόσιες επενδύσεις και η ανόρθωση της εσωτερικής αγοράς στην βάση της αγοραστικής δύναμης των λαϊκών στρωμάτων θα φέρει γρήγορα την ισορροπία στην οικονομία. Μαζί της θα φέρει και τα πρωτογενή πλεονάσματα στον κρατικό προϋπολογισμό που δεν θα έχουν προκύψει από το φορολογικό ξεζούμισμα του πληθυσμού, ούτε από την δημοσιονομική ασφυξία της κοινωνίας, όπως την επιδιώκουν σήμερα. Θα προκύψει φυσιολογικά από τα αυξημένα έσοδα της οικονομίας απ’ όπου θα προκύπτει ένα όλο και μεγαλύτερο μερίδιο του κρατικού προϋπολογισμού με βάση τις κοινωνικές ανάγκες που πρέπει να καλύψει και τα δημόσια αγαθά που οφείλει να εγγυάται στον λαό.
Βασίλης Σεραφειμάκης
Δημήτρης Καζάκης, γράψατε : «Η ανόρθωση της εσωτερικής αγοράς… θα φέρει και τα πρωτογενή πλεονάσματα στον κρατικό προϋπολογισμό που δεν θα έχουν προκύψει από το φορολογικό ξεζούμισμα του πληθυσμού, ούτε από την δημοσιονομική ασφυξία της κοινωνίας, όπως την επιδιώκουν σήμερα. «
Ξαναλέω ότι, με ισορροπημένο το εξωτ. ισοζύγιο, κρατικό πλεόνασμα σημαίνει ιδιωτικό έλλειμμα! Εάν δεν έχομε θετικό λογ/σμό τρεχουσών συναλλαγών, δηλαδή, γενικά μιλώντας, περισσότερες εξαγωγές από εισαγωγές, όσο και να ανορθωθεί και να αναπτυχθεί η εσωτερική αγορά, δεν θα πρέπει να επιδιώκομε δημόσια πλεονάσματα: Η αυριανή Ελλάς με το δικό της νόμισμα θα δανείζεται πλέον μόνο στο νόμισμα αυτό – και η Τράπεζα της Ελλάδος θα είναι σε θέση να αγοράσει όποιο ομόλογο εκδώσει το Υπουργείο Οικονομικών. Εννοείται ότι η κεντρική τράπεζα, όπως έχετε επισημάνει και εσείς (και άλλοι) πρέπει να είναι υπό τον έλεγχο της εκάστοτε κυβέρνησης.
Είπες Δημήτρη ότι για τα πρώτα 2-3 χρόνια τουλάχιστον θα πρέπει να διατηρήσουμε, ένα ελεγχόμενο πρωτογενές έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού. Αυτό θα μας δημιουργήσει κάποιο πρόβλημα στην οικονομία (δεδομένου ότι δεν θα δανειζόμαστε από πουθενά για να το καλύψουμε); Κι αν ναι πιο θα είναι αυτό το πρόβλημα και πως θα το αντιμετωπίσουμε;
Δημήτρης Καζάκης
Κανένα πρόβλημα. Όσο αυτό το πρωτογενές έλλειμμα τροφοδοτεί τις επενδύσεις στις υποδομές και στην παραγωγή παράγοντας θέσεις εργασίας, εισόδημα για τις λαϊκές τάξεις και προστιθέμενη αξία πρωτίστως στους τομείς της παραγωγής, τότε όχι μόνο δεν αποτελεί πρόβλημα, αλλά καίριο συντελεστή ανόδου. Ήδη το κράτος δανείζεται από την εσωτερική τραπεζική αγορά με έντοκα γραμμάτια επειδή οι διεθνείς αγορές το έχουν αποκλείσει. Τα ποσά που δανείζεται είναι πάνω από 20 δις ευρώ τον χρόνο, ενώ το 2013 προβλέπεται να δανειστεί με έντοκα πάνω από 40 δις ευρώ. Μόνο που αυτά πηγαίνουν στην μαύρη τρύπα του χρέους και έτσι ο δανεισμός αυτός είναι παρασιτικός και συμβάλει στην ύφεση. Το κλειδί σε κατάσταση όπου το κράτος ελέγχεται από τον λαό είναι ο εσωτερικός δανεισμός του να πυροδοτεί ανάπτυξη και εισοδήματα με ρυθμούς σημαντικά μεγαλύτερους από τα επιτόκια που θα πληρώνει για τα δικά του γραμμάτια. Όμως αν η εσωτερική τραπεζική αγορά είναι υπό δημόσιο έλεγχο, όπως ανέφερα και υπό καθεστώς ελέγχου της κίνησης κεφαλαίου, το κράτος θα μπορεί να δανειστεί με απόλυτα ελεγχόμενο τρόπο από αυτήν. Όμως ακόμη κι αν δεν μπορεί να το κάνει, λόγω έκτακτων συνθηκών ειδικά στην αρχή, θα μπορεί να κόψει πληθωριστικό νόμισμα για να καλύψει το έλλειμμα. Αυτό το πληθωριστικό νόμισμα εφόσον τροφοδοτεί την παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας και τα εισοδήματα των λαϊκών στρωμάτων, τότε δεν θα πυροδοτήσει υψηλά ποσοστά πληθωρισμού. Η Ελλάδα γνώρισε πληθωρισμούς της τάξης του 30% στην δεκαετία του ’80, αλλά δεν χρεοκόπησε. Αν συνοδευτεί με αναπλήρωση απώλειας στο εισόδημα των εργαζόμενων στρωμάτων με παράλληλο έλεγχο των συνθηκών κόστους της οικονομίας, τότε ο πληθωρισμός όχι μόνο δεν θα προβληματίσει, αλλά πολύ γρήγορα θα αρχίσει να υποχωρεί. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα σπάσουμε τις μονοπωλιακές καταστάσεις στην αγορά, τόσο στην εσωτερική αγορά, όσο και στην εξωτερική αγορά της οικονομίας. Δεν μπορείς να ελπίζεις σε τίποτε όσο η οικονομία σου και οι ροές της κυρίως από το εξωτερικό ελέγχονται από ένα κύκλωμα καρτέλ, τραστ και ιδιωτικών μονοπωλίων της ημεδαπής και της αλλοδαπής.
Βασίλης Σεραφειμάκης
Αγαπητή Κατερίνα, μία χώρα με δικό της νόμισμα, η οποία δανείζεται σε αυτό το νόμισμα, και έχει δημοσιονομική ανεξαρτησία (ό, τι δηλ. δεν ισχύει στην Ευρωζώνη) ΔΕΝ έχει ανάγκη εσόδων ή δανεισμού για να χρηματοδοτήσει τις δαπάνες της! Αυτό είναι απλά μία πραγματικότητα της σύγχρονης μακροοικονομίας, που ισχύει πανηγυρικά από τότε που καταργήθηκε η υποχρεωτική ανταλλαξιμότητα τού όποιου εθνικού νομίσματος με Χρυσό. Το σύγχρονο κράτος, που ελπίζομε να είναι η αυριανή Ελλάδα, βγαίνει στην αγορά όχι «για να βρει λεφτά» αλλά για να ελέγξει τα επιτόκια δανεισμού της αγοράς. Κανένα απολύτως πρόβλημα σ’ αυτό το σημείο δεν υπάρχει.
Αυτό δεν σημαίνει ότι με την μετάβαση στο δικό μας νόμισμα λύθηκαν αυτομάτως τα προβλήματα μας. Απλά, χωρίς την μετάβαση αυτή δεν μπορούν να λυθούν τα προβλήματά μας!
Θεόδωρος Πιτικάρης
Το εθνικό νόμισμα όπως έχει ειπωθεί ξανά πολύ εύστοχα είναι ικανή αλλά όχι και αναγκαία συνθήκη, η τοποθέτηση του κ. Οικονομόπουλου νομίζω ότι δείχνει αυτό που λέει και ο κύριος Καζάκης ότι το Εθνικό νόμισμα μπορεί να καταστεί μια σοβαρή επιλογή υπό συνθήκες δηλαδή αν αποφασίσουμε ένα σύνολο πολιτικών που φυσικά θα έχει και ένα κόστος σε κάποιοι πράγματα αλλά είναι ζήτημα πολιτικής ποιους θες να επιβαρύνεις… και πόσο… αυτό άλλωστε είναι η πολιτική οικονομία. Χωρίς οδικό χάρτη, χωρίς τα υπόλοιπα στοιχεία του σχεδίου (λ. χ του σχεδίου που προτείνει ο κ. Καζάκης) δεν υπάρχει λύση αυτόματη και εύκολη.
Δημήτρης Καζάκης
Το νόμισμα δεν έχει από μόνο του καμιά αξία. Είναι σύμβολο αξίας. Αποτυπώνει δηλαδή την αξία που του δίνει η οικονομία. Αν είναι νόμισμα με παγκόσμια κυκλοφορία με σκοπό να γίνει αποθεματικό και να εκφράσει την τραπεζική και χρηματιστική κυκλοφορία διεθνώς, τότε είναι ένα νόμισμα σαν το ευρώ. Επιπλέον το ευρώ είναι νόμισμα σταθερής νομισματικής κυκλοφορίας κι έτσι ενώ εκφράζει άριστα την διόγκωση των συναλλαγών με χρέος δεν μπορεί να εκφράσει τις οικονομίες. Όλες τις οικονομίες, ακόμη και τις πιο ισχυρές. Η ευρώ κόβεται και ράβεται ανάλογα με την κυκλοφορία του κεφαλαίου και μάλιστα του δανειακού κεφαλαίου στις αγορές της ευρωζώνης και παγκόσμια. Γι’ αυτό και η σταθερότητά του προϋποθέτει μεγάλους όγκους δανεισμού, μεγάλες αγορές χρέους, υπερτροφικές τελικά τράπεζες, χρηματαγορές και επενδυτικά κεφάλαια. Με ένα τέτοιο νόμισμα σε κυκλοφορία καμιά οικονομία δεν μπορεί να γλυτώσει την υπερχρέωση. Ακόμη και η Γερμανική, παρά τα τεράστια εμπορικά της πλεονάσματα. Δεν είναι τυχαίο ότι στα χρόνια του ευρώ η Γερμανική οικονομία υπερδιπλασίασε το δημόσιο χρέος της, ενώ εκτινάχτηκε σε πρωτοφανή επίπεδα το ιδιωτικό χρέος της. Ακόμη κι αν μας χάριζαν τα χρέη η Ελλάδα θα δημιουργούσε νέα χρέη σε χρόνο dt και θα συνέχιζε να πορεύεται με όρους εσωτερικής υποτίμησης γιατί σε συνθήκες νομισματικής ένωσης μόνο έτσι μπορεί να σταθεροποιηθεί το κοινό νόμισμα. Όταν το νόμισμα, ως σύμβαση, δεν μπορεί να αντιστοιχηθεί στην οικονομία, τότε αναγκαστικά η οικονομία πρέπει να αντιστοιχηθεί στο νόμισμα. Πώς; Με τον μπαλτά, περικόπτοντας ότι δεν αντιστοιχεί στην αξία του κοινού νομίσματος. Περικόπτοντας δηλαδή κόστη στην οικονομία. Πρώτα και κύρια της εργασίας και της παραγωγής. Το εθνικό νόμισμα είναι υποχρεωμένο να αντιστοιχηθεί με τις υλικές αξίες που παράγει η οικονομία που το διαθέτει. Αν οι υλικές αξίες αυξάνουν τότε το εθνικό νόμισμα είναι σταθερό και σίγουρο. Τι είναι υλικές αξίες; Προϊόντα, υπηρεσίες, εισοδήματα, θέσεις εργασίας. Αν οι υλικές αξίες υστερούν τότε και το νόμισμα ξεφτιλίζεται. Αν η ελληνική οικονομία από την πρώτη κιόλας στιγμή αναπληρώσει την χαμένη αγοραστική δύναμη των λαϊκών νοικοκυριών, οικοδομήσει ανελαστικές συνθήκες και όρους εργασίας που δημιουργούν περιβάλλον υψηλής παραγωγικότητας και επενδύσει στην παραγωγή με βασικό φορέα το δημόσιο, τότε η ανοδική εκτίναξη θα είναι εντυπωσιακή και το νόμισμα θα σταθεροποιηθεί. Επίσης το εθνικό κρατικό νόμισμα δεν χρειάζεται να είναι διεθνές νόμισμα. Η συναλλαγματική αξία με βάση τα ξένα νομίσματα καθορίζεται όχι μόνο από τα εξωτερικά ελλείμματα, αλλά πρωτίστως από την παραγωγικότητα με φυσικούς όρους της ελληνικής οικονομίας. Αν η ελληνική οικονομία βελτιώνει τους όρους εμπορίου – δηλαδή δεν είναι μπάτε σκύλοι αλέστε – και αυξάνει διαρκώς την παραγωγικότητα της εργασίας με νέες καινοτομίες και εφαρμογές στην παραγωγή, τότε το νόμισμά της θα είναι βράχος σταθερότητας.
Βασίλης Σεραφειμάκης
Κρατική επιχειρηματική δραστηριότητα «ευθέως ανταγωνιζόμενη τον ιδιωτικό τομέα» σημαίνει αθέμιτο ανταγωνισμό σε βάρος του ιδιωτικού τομέα και τελικά διωγμό του. Με τέτοια πολιτική θα έχομε μονίμως «μικρομεσαίες» επιχειρήσεις και ποτέ μεγάλες. Αυτό όμως οδηγεί σε υποβάθμιση της διεθνούς παρουσίας των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών.
Δημήτρης Καζάκης
Η κρατική επιχειρηματική δραστηριότητα αν δεν είναι ευθέως ανταγωνιστική με τον ιδιωτικό τομέα, τότε θα είναι συμπληρωματική και θα έρθουμε σε μια από τα ίδια. Αυτό το κράτος οικοδομήθηκε επί δεκαετίες στην Ελλάδα. Ένα κράτος συμπληρωματικό και απόλυτα προσαρμοσμένο στις ανάγκες των μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων. Αυτό το «μοντέλο» χρεοκόπησε οριστικά. Δεν μπορούμε να επιστρέψουμε σ’ ένα κράτος που θα λειτουργεί συμπληρωματικά σαν νοσοκόμος ή τροφός της αγοράς προκειμένου μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις να διεκδικούν μερίδια αγοράς στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό. Αν το κάνουμε αυτό θα καταλήξουμε σε μια από ίδια. Θέλουμε κράτος που να ανταγωνίζεται τις μεγάλες επιχειρήσεις. Αλλιώς θα γεννηθούν πάλι ιδιωτικά μονοπώλια και θα συνθλίψουν την εσωτερική οικονομία, αλλά και θα εξαγοράσουν το κράτος. Αυτή είναι η εσωτερική λογική μιας αγοράς όπου κυριαρχούν οι μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις. Όσους κανόνες κι αν θεσπίσει το κράτος, όσοι αυστηροί κι αν είναι, οι επιχειρήσεις αυτές θα αποκτήσουν δεσπόζουσα θέση και θα καρτελοποιήσουν εμφανώς ή αφανώς την αγορά. Το κράτος πρέπει να διεμβολίζει τις τάσεις μονοπώλησης που ενυπάρχουν στην αγορά. Για να μπορεί ο ιδιωτικός τομέας να προάγει την αληθινή ιδιωτική πρωτοβουλία, την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα του ιδιώτη θα πρέπει να υπάρχει η αμέριστη υποστήριξη του κράτους στην ανάπτυξη της μικρής και μεσαίας επιχείρησης στους τομείς αναπτυξιακής προτεραιότητας. Και για να γίνει αυτό, για να επιτρέπεται η ελεύθερη επιχειρηματική καινοτομία, οφείλει το κράτος να κρατά την αγορά ελεύθερης από μεγάλες επιχειρήσεις με δεσπόζουσα παρουσία που εύκολα μετατρέπονται σε καρτέλ, τραστ και μονοπώλια. Όσο για την διεθνή παρουσία της ελληνικής οικονομίας δεν μπορεί να εξαρτάται από ορισμένες μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους ιδιωτικών συμφερόντων όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα. Η διεθνής παρουσία της ελληνικής οικονομίας εξασφαλίζεται πρωτίστως από τις καινοτομίες που την διακρίνουν ως οικονομία, η αξία και η ποιότητα των διαθέσιμων προϊόντων, αγαθών και υπηρεσιών προς την παγκόσμια οικονομία. Η Νορβηγία, πχ. , εξασφαλίζει την διεθνή της παρουσία πρώτα και κύρια με απόλυτα κρατικές επιχειρήσεις και την πρωτοπόρα τεχνογνωσία που αντιπροσωπεύουν.
Θεόδωρος Πιτικάρης
H επαναφορά το εθνικού νομίσματος είναι μια σπουδαία αλλαγή. Δεν πρόκειται να γυρίσουμε το ρόλοι πίσω στο 1999. Είναι μια τελείως νέα κατάσταση, διότι αφενός στο διάστημα αυτό η χώρα απέκτησε υποδομές (δρόμους λιμάνια αεροδρόμια πανεπιστήμια νοσοκομεία) κεφάλαιο γνώσης (επιστήμονες) και μεγάλες υποδομές σε ΑΠΕ.
Αλλά και έχασε τεραστία εισοδήματα κυρίως λόγο της αναδιανομής εισοδημάτων. Αρχικά μέσω της χρηματιστηριακής φούσκας, και στη συνέχεια μέσω του πληθωρισμού κερδών (έκθεση διοικητή τραπέζης της Ελλάδος 2007 – Γκάγκαρα-) και φυσικά μέσω της υπερβολικής αμοιβής κεφαλαίου (τόκος) όπως λχ της χαρακτηρίζει και ο Άρειος Πάγος αρ, απόφασης 1219/01.
Στο ίδιο διάστημα τεραστία εισοδήματα, ουσιαστικά, ταξίδεψαν στο εξωτερικό για την πληρωμή των υποχρεώσεων της χωράς, αλλά και για να αγοραστούν εξοπλιστικά προγράμματα και να καλύψουν την συνεχώς φθίνουσα εγχωρία πρωτογενή και δευτερογενή παράγωγη (αγροτικά προϊόντα, και μεταποίηση) ενώ και τα εισοδήματα από τον τουρισμό έχασαν την δομική τους καθώς ενώ εμφανίζουν αύξηση σε απολυτούς αριθμούς, ποιοτικά όλοι την προηγούμενη δεκαετία σαφώς υπονομεύονται από τα ποιοτικά στοιχειά (οριακή πρόσοδος) που δείχνει μια διαρκώς μειούμενη ανά επισκέπτη καθαρή δαπάνη στη χώρα (απόλυτα λογικό καθώς το All inclusive σε συνδυασμό με προϊόντα εισαγωγής –άτυπες εισαγωγές– και προσωπικό από τα Βαλκάνια (μαθητεία) υποκαθιστούν την ελληνική συμμετοχή στο τουριστικό προϊόν).
Επίσης το 2013 βρίσκει την γειτονιά μας πάλι σε αναταραχή με την Ελλάδα να αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την γεωπολιτική στη περιοχή και τους βορείους γείτονες μας να είναι εκτός της Αλβανίας και της ΠΓΜΔ μελή της Ε. Ε ενώ η Τουρκιά τέλει φυσικά υπό την ηγεμονία του τσάρου Ali Babacan ‘Deputy Prime Minister and Governor of the Fund for Turkey’.
Αρά το 2013 είναι κάτι τελείως διαφορετικό από το 1999 και δεν πρέπει να περιμένει κανείς ότι η εισαγωγή της δραχμής ή όπως αλλιώς θα ονομαστεί το νέο νόμισμα θα φέρει τα επειδή οικονομίας του 1999 ή του 1989.
Το νόμισμα είναι κέλυφος, η αξία του, όχι κυριολεκτικά δηλαδή η ισοτιμία έναντι του δολαρίου, αλλά η αξία του για του έλληνες και στην συνέχεια η αξία του για τον υπόλοιπο κόσμο μένει να δοθεί μέσα από συγκεκριμένους παράγοντες. Ειδικότερα:
Τις Συνθήκες που θα επικρατήσουν στη Μετάβαση και κατά μετάβαση και τους Συντελεστές παράγωγης: Πώς θα συμπεριφερθεί το ανθρώπινο κεφάλαιο της χωράς, πως θα διαχειριστούμε τους φυσικούς πόρους και με ποιο καθεστώς (εθνικοποίηση, τιτλοποίηση, ιδιωτικοποίηση), πως θα αξιοποιήσουμε το κεφάλαιο γνώσης και τους πόρους γνώσης (φυσικός τουρισμός λχ, καινοτομία στην αγροτική παράγωγη, βιοκλιματικός κτλ), διαχείριση ιδίων πόρων και υποδομών (τα διόδια τι θα τα κάνουμε, τα αεροδρόμια θα έχουν τέλος; Το σπατοσημο θα εισπράττεται). Ανάδειξη και ταχύτατη αξιοποίηση των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων της χωράς στους τομείς της οικονομίας που έχουμε την δυνατότητα να καταστούμε μοναδικοί ή εξαιρετικά ανταγωνιστικοί όχι όμως στη βάση του εργατικούς κόστους (αλλά ναι του οριακού αν αυτό επιτυχαίνεται με καινοτομία και επιστροφή αυτού του πόρου καινοτομίας στη κοινωνία). Κυρίως πάντως ψάχνουμε την διαφοροποίηση του προσφερόμενου αγαθού ή υπηρεσίας που θα δώσει προστιθέμενη αξία και εξέτρεφα (λχ yachting τουρισμός, ελαιόλαδο με ιχνηλασία βιολογικής καλλιέργειας). Ανάπτυξη σε βιώσιμο χρονικό ορίζοντα αντίρροπων πόρων που μπορούν να για την αντιστάθμισαν τυχών αντίποινα από την πράξη αποχωρήσει από το ΕΥΡΩ…
Οι Συνθήκες ζήτησης στην ελληνική και την παγκοσμία αγορά στο τρέχοντα χρόνο είναι εξαιρετικά πολύπλοκες, η Ευρώπη βυθίζεται στη Ύφεση δεν συμβαίνει το ίδιο στην ΗΠΑ και το ΗΒ που φαίνεται μέσω της μονεταριστικής πολίτικης να διατηρεί ισχυρή την απασχόληση. Μεγάλο ερώτημα παραμένουν οι αγορές της Μ. Ανατολής καθώς δεν ξέρουμε τι θα συμβεί, εκεί σε θέματα σε σχέση με το Ιράν και την Σύρια. Πάντως είναι σαφές ότι μάλλον είναι ευνοϊκό στοιχείο για ένα εθνικό νόμισμα η τρέχουσα κατάσταση της οικονομίας της ευρωζώνης. Όμως και πάλι είτε με δημόσιες είτε με κοινωνικές και ιδιωτικές επιχειρήσεις, δεν είναι δυνατόν να ξαναγινεί το εθνικό νόμισμα εργαλείο επιδότηση τους εργατικού κόστους… Πρέπει να γίνει σαφές ότι το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τις επιχειρήσεις πρέπει να προσέλθει από τον πολίτικη του να καινοτομούν ταχύτερα και να δημιουργήσει πιο προηγμένα προϊόντα από εκείνα των ανταγωνιστών.
Σταθερή στρατηγική ανάπτυξης και αξιόπιστία: η στιβαρή δομή της διοίκησης (επιτελικό κράτος, διαφάνεια, διάκριση των εξουσιών) και η και προσαρμοστικότητα στο διεθνές περιβάλλον (διπλωματία/marketing) αποτελούν το καθοριστικό παράγοντας της ανταγωνιστικότητας/αξιοπιστίας ενός κράτους σήμερα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ενσωμάτωση καινοτομία και η διαρκής απλούστευση του πλαισίου λειτουργιά του κράτους είναι σημαντικές παράμετροι για την οικονομία και του πολίτες. Ο σεβασμός στου πολίτες, η κωδικοποίηση και εκλογίκευση των νόμων, η άρση των νόμων της τρόικας που διέσπασαν την συνταγματική τάξη αλλά και διόρυξαν οριστικά την σχέση κράτους πολίτη αποτελούν σημαντικό τροχοπεδεί για την ανάπτυξη της οικονομίας.
Περαιτέρω, θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε ό,τι και σήμερα η Αργεντινή που την τρέχουν οι δανειστές ακόμη και στη Γκάνα. Να σημειώσω ότι δεν μπορούμε να λάβουμε μέτρα όπως δασμούς ή επιδοτήσεις διότι συμμετέχουμε στο Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου αν φύγουμε από εκεί θα έχουμε τεράστιο ζήτημα καθώς θα επιβληθούν δασμούς στις δικές μας εξαγωγές.
Τεχνικά το εθνικό νόμισμα προσωρινά, μπορεί να έχει απίθανα αποτελέσματα, θα θυμίσω της εξαιρετική δουλειά του διοικητή της τράπεζας της Γιουγκοσλαβίας την περίοδο του εμπάργκο αρχές του ’90. Είναι από μόνο του ένα εξαιρετικό υπόδειγμα προς μελέτη.
Συνοψίζοντας το νέο νόμισμα είναι ένα απλό εργαλείο ούτε λύση είναι για το μακρινό μέλλον, ούτε σωτήρια αυτοδύναμα. Άλλωστε τα μεγάλα προβλήματα της χωράς είναι αποτέλεσμα και συνέργιας της ελληνικής ελίτ. Εθνικό νόμισμα μπορεί να υπάρξει αφού όμως υπάρξει ολοκληρωμένο σχέδιο και σαφής δέσμευση της κοινωνίας ότι θα υποστεί και το κόστος ενός τέτοιου σχεδίου. Δεν ξέρω αν το κόστος θα είναι μεγαλύτερο η μικρότερο από το ευρώ που φοβάμαι ότι ήδη είναι σε πορεία διάλυσης, μη ξεχνάμε ότι το ευρώ δεν είναι νόμισμα είναι μια ιδέα, το δολάριο είναι νόμισμα (1 βαρέλια πετρέλαιο κάνει 90$). Μακάρι να ήταν δυνατόν την τελευταία, την δωδέκατη ώρα να γίνονταν το θαύμα και να σώζονταν η Ευρώπη των λαών… Δεν το βλέπω. Και επειδή Μεσσίες δεν υπάρχουν –εκτός και αν στις 21-12-2012 είναι η συντέλεια του κόσμου όποτε θα ξανακατέβει ο Ιησούς– είναι θέμα συλλογικής απόφασης τόσο το πού θα πορευτούμε, όσο και το πώς θα πορευτούμε, αλλά και το κόστος που θα αναλάβουμε και το πώς θα το επιμερίσουμε… Πάντως χωρίς σχέδιο και απόφαση να ξεχάσουμε εκείνο που ξέραμε ως βόλεμα. Καλά είμαστε εδώ που είμαστε…
Χωρίς κοινό ελλήνων και ελληνίδων, χωρίς κοινωνία δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την αλήθεια… Οπότε αν δεν θέλουμε από ΜΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ να αρχίσουμε και πάλι να μιλάμε, και να καταλαβαινόμαστε και να εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον και να ξαναφτιάξουμε αυτά τα μεγάλα που αλλοτριωθήκαν και χαθήκαν… τότε παιδία μη το κουράζουμε ας μείνουμε στης Χαλιμάς τα παραμυθία με τους δράκους τους μάγους και τους Σωτήρες και τους λογαριασμούς που έρχονται από το εξωτερικό.
Ευχαριστώ.
Η πρώτη συζήτηση κρίθηκε επιτυχής. 337 σχόλια έλαβαν χώρα, ενώ και οι 5 οικονομολόγοι τοποθετήθηκαν άλλα και απάντησαν σε σχετικές διευκρινιστικές ερωτήσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, τη Δευτέρα 17/12/2012 θα αρχίσει δεύτερος κύκλος συζήτησης με ερώτημα που θα αφόρα στην ενδεχόμενη υποτίμηση του νέου εθνικού νομίσματος καθώς και στην ικανότητα της χωράς για εισαγωγές προϊόντων. Στον δεύτερο κύκλο θα συμμετάσχει και ο οικονομολόγος Παναγιώτης Θεοδωρίδης.
Ε.ΠΑ.Μ. Πάτρας
http://www.gataros.net/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου